Anna Karenina: Ούτε θέατρο, ούτε σινεμά, ούτε πολύ Τολστόι

Ο σκηνοθέτης του Atonement μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη μια δική του, στιλιζαρισμένη και θεατρινίστικη εκδοχή του τολστοϊκού σύμπαντος. Το αποτέλεσμα είναι μάλλον μέτριο, παρά το φιλόδοξο περιτύλιγμα.
Anna Karenina: Ούτε θέατρο, ούτε σινεμά, ούτε πολύ Τολστόι
του Λουκά Τσουκνίδα
 
Ο Τζο Ράιτ, ψημένος με επιτυχία στις λογοτεχνικές μεταφορές μετά το “Pride and Prejudice” και το “Atonement”, επιστρέφει στο είδος που τον καθιέρωσε με το διάσημο μυθιστόρημα του Λέοντος Τολστόι “Anna Karenina”. Δυστυχώς, η μεταφορά του δεν είναι παρά μια εντυπωσιακή άσκηση ύφους που δεν προσθέτει τίποτε καινούργιο, ούτε στην κινηματογραφική εμπειρία ούτε στη διαχρονικότητα του πρωτότυπου κειμένου.

Η υπόθεση

Η Άννα, σύζυγος του υπουργού Καρένιν και μητέρα του γιου του, ανταποκρίνεται στο ερωτικό κάλεσμα του Κόμη Βρόνσκι και οι δυο τους ερωτεύονται σφόδρα. Εν τω μεταξύ, η πριγκήπισα Κίτι, ο μεγάλος πόθος του μεγαλοκτηματία Βασίλι Λούκιτς έχει βάλει στο μάτι τον περιζήτητο εργένη Βρόνσκι. Ο Κόμης όμως έχει μάτια μόνο για την Άννα κι έτσι οι δυο τους προχωρούν με μια σχέση, με τρόπο που αντιτίθεται σε όλα όσα ο κοινωνικός τους περίγυρος επιβάλλει…



Η κριτική


Γνωρίζοντας, προφανώς, ότι ένα τέτοιο λογοτεχνικό έργο δε μεταφέρεται με τίποτα στο κινηματογραφικό μέσο χωρίς να χάσει μεγάλο μέρος της αφηγηματικής δύναμης και της αξίας του, ο Ράιτ επιλέγει να μας δώσει μια εκδοχή εντελώς δικής του επινόησης, υπερστιλιζαρισμένη και θεατρινίστικη, μα τελικά, άκρως “κινηματογραφική”.

Η Άννα Καρένινα κινείται διαρκώς μεταξύ μιας μεταλλασσόμενης θεατρικής σκηνής που αποτελεί το πεδίο δράσης της ρωσικής αριστοκρατίας, εκεί όπου διαδραματίζονται όσα αποτελούν την επιβεβλημένη κοινωνική τους ζωή με τα πρωτόκολλα και τις συμβάσεις της. Η κάμερα του Ράιτ ακολουθεί μαεστρικά εκείνη και τους συμπρωταγωνιστές της καθώς μπαινοβγαίνουν με χορευτικό στιλ σ’ αυτή τη σκηνή και στους ρόλους που αυτή επιβάλλει κάθε φορά, ενώ πασχίζουν να είναι αυτό που θα ήθελαν να είναι όταν βρίσκονται εκτός, στον πραγματικό κόσμο.

Σ’ αυτό το εύθραυστο σκηνικό, όλοι φαίνονται να γνωρίζουν και να αποδέχονται τις ισορροπίες, ερωτοχτυπημένοι ή μη, καθώς και τις επιδιώξεις που επιβάλλεται να έχουν –ή να μην έχουν– σε βαθμό που η θεατρική σκηνή γίνεται ο πραγματικός κόσμος και ο κοινωνικό ρόλος καταπίνει την ιδιοσυγκρασία τους. Αυτήν την κρούστα έρχεται να σπάσει ο έρωτας της Άννας με τον Κόμη Βρόνσκι, αξιωματικό του στρατού. Η Άννα Καρένινα του Ράιτ, μια σύζυγος υπουργού και φυσικά γυναίκα, επιχειρεί να γίνει πρωταγωνίστρια σε ένα περιβάλλον κομπάρσων και να εξαιρεθεί απ’ τους κανόνες και τις συμβάσεις του “θεάτρου”. Φυσικά, κάτι τέτοιο τιμωρείται με ποικίλους τρόπους και ο κοινωνικός αποκλεισμός είναι δεδομένος για τους δύο εραστές. Ο άνδρας, βέβαια, έχει πάντα και μια δεύτερη ευκαιρία.

Αν ακούγεται όλο αυτό κλισέ, είναι επειδή είναι κλισέ, αφού ο δημιουργός μεταφέρει στην οθόνη τις πιο εύπεπτες και αποκωδικοποιημένες πτυχές μιας ιστορίας που, μην έχοντας διαβάσει το βιβλίο, δεν μπορώ παρά να υποθέσω απ’ τη φήμη του ότι είναι πολύ πιο πολύπλοκη. Αν μπορούμε να θαυμάσουμε για κάτι την ταινία του Ράιτ, αυτό θα ήταν η τίμια προσπάθεια να αποδώσει το κεντρικό θέμα του βιβλίου με έναν δικό του τρόπο και να προτείνει μια εναλλακτική αφηγηματική διαδικασία –ένα υβρίδιο θεάτρου-χορού-κινηματογράφου– για μια ιστορία ειπωμένη ήδη πολύ καλύτερα.

Παρ’ όλα αυτά, με τη συμβολή και του ατυχούς κάστινγκ, η Άννα Καρένινα του Ράιτ μοιάζει περισσότερο με ένα εγωπαθές και υστερικό γύναιο βγαλμένο από κουτσομπολίστικα πρωτοσέλιδα, παρά με μια γυναίκα που αντιμετωπίζει κατάματα τις πιο σκληρές κοινωνικές συμβάσεις του καιρού της διεκδικώντας το δικαίωμά της να επιλέξει τον σύντροφο της ζωής της. Με λίγα λόγια, παρακολουθούμε μια ρηχή ιστορία να ξετυλίγεται μέσα από ένα στομφώδες περιτύλιγμα, σύνηθες πλέον στον υπερφίαλο κόσμο της κινηματογραφικής δημιουργίας.

Η “Anna Karenina” είναι μια μέτρια ταινία που ξεφουσκώνει όταν το στιλ αρχίζει να κουράζει.

Βγαίνουν ακόμη:

Η περιπέτεια “The Impossible”, η ταινία επιστημονικής φαντασίας “Upside Down”, η λογοτεχνική μεταφορά του μυθιστορήματος του Βίκτορως Ουγκό “ The Man Who Laughs” και η νέα ταινία του Μάρκο Μπελόκιο “Dormant Beauty”.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v