Βωβός κινηματογράφος: 10 ταινίες που είπαν πολλά

Για αυτά τα βράδια της εβδομάδας που απλά θέλουμε να δούμε κάτι ”καλό”, το In2life ξεχώρισε τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, που κάθε σωστός σινεφίλ πρέπει κάποτε να παρακολουθήσει. Το ταξίδι ξεκινάει με τις 10 καλύτερες ταινίες βωβού κινηματογράφου.
Βωβός κινηματογράφος: 10 ταινίες που είπαν πολλά

του Λουκά Τσουκνίδα

Όταν το σινεμά πρωτόγινε κομμάτι της κοινωνικής δραστηριότητας των ανθρώπων, κάπου στις αρχές του 20ου αιώνα, σνομπαρίστηκε αγρίως από τους φιλότεχνους και κουλτουριάρηδες της εποχής. Λαϊκή ψυχαγωγία, χαμηλής ποιότητας θέαμα, γιατί να μην πάμε θέατρο και άλλα τέτοια αφ’ υψηλού.

Τον Αύγουστο του 1920, ο στιχουργός και μετέπειτα στέλεχος της MGM, Χάουαρντ Ντιτζ, έγραψε για το περιοδικό ”Photoplay” ένα αυτοσαρκαστικό ποίημα μετάνοιας με τον τίτλο ”Converted”, που ξεκινούσε με αυτήν τη στροφή:

We used to sneer at movies; they were vulgar
To our aesthetic, cultured sort of mind;

Amusement for the lowbrows or people who had no brows
And passions of an ordinary kind
But now we must admit we are converted;
You’ ll find us at the pictures rain or shine
No matter what the features, we’re just the sort of creatures
Who stand in line from seven until nine.

Φλας φόργουορντ στις φετινές Κάνες. Ο κινηματογράφος είναι μια μορφή τέχνης/ψυχαγωγίας που έχει παγκόσμια πλέον απήχηση και σε όλα τα οικονομικά στρώματα. Ο Μάρτιν Σκορτσέζε, ανακοινώνει τη σύσταση του World Cinema Foundation, ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με σκοπό την ανεύρεση και διατήρηση παλιών κινηματογραφικών ταινιών απ’ όλο τον κόσμο.

Το μεγάλο στοίχημα αυτού του εγχειρήματος είναι φυσικά ο βουβός κινηματογράφος, όχι μόνο ο δυτικός αλλά και από χώρες που παρήγαγαν ακόμα τέτοιες ταινίες, όταν στην Αμερική του ’30 ο ήχος έπαιρνε σιγά σιγά τη θέση του στο νέο λεξιλόγιο του σινεμά.

Για ποιο λόγο όμως να δει κάποιος βουβό σινεμά, αν δεν είναι ένας εθισμένος σινεφίλ, που ήδη έχει δει το 90% της συνολικής κινηματογραφικής παραγωγής; Από δυο φορές. Κάτι ασπρόμαυρες εικόνες είναι, με ενοχλητικό πολλές φορές κοντράστ, λάθος ταχύτητα κι ανθρωπάκια που υπερβάλλουν σε κινήσεις και εκφράσεις. Παντελής απουσία ήχου, μόνο μια υποβλητική δήθεν μουσική και κάτι καρτέλες με επεξηγηματικούς τίτλους. Βαρεμάρα σκέτη. Τι σχέση έχει με το σινεμά που αγαπήσαμε;

Ακριβώς. Ο βουβός κινηματογράφος, έχει όσες διαφορές χρειάζεται για να αποτελεί μια αυτόνομη μορφή έκφρασης. Η έλλειψη του ήχου επέβαλε τελείως διαφορετική προσέγγιση της εικόνας, της υποκριτικής και της αφήγησης, στο δράμα, την περιπέτεια και φυσικά την κωμωδία. Δεν παύει όμως να αποτελεί τον πρόγονο του σημερινού σινεμά, αφού επί των ημερών του γεννήθηκαν τα στούντιο, το σταρσίστεμ, τα οπτικά εφέ, οι επικίνδυνες σκηνές, η γλώσσα του μοντάζ και τα κινηματογραφικά είδη. Και μη μου πει κανείς ότι το ”Ολομόναχοι Μαζί” του Κιμ Κι-Ντουκ, δεν είναι μια υπέροχη βουβή ταινία.

Στο εξωτερικό γίνονται πλέον αρκετά φεστιβάλ του είδους και οι σπουδαιότερες παραγωγές βγαίνουν σε DVD με αρκετά πλούσιο πρόσθετο υλικό. Μια καλή ενδεικτική δεκάδα γι’ αρχή –γνώσεις δημοτικού δηλαδή- είναι κι η παρακάτω:

The Birth Of A Nation – David W. Griffith – 1915
Πολλοί την έχουν αποδοκιμάσει ως εξόφθαλμα ρατσιστική και δε θέλουν καν να τη συζητήσουν. Η αλήθεια όμως είναι ότι σχεδόν έναν αιώνα μετά, ο ρατσισμός είναι ακόμα εδώ, ένα εξάμβλωμα της ανθρώπινης φύσης που κάνουμε ότι δε βλέπουμε. Ο Γκρίφιθ διάλεξε να ηθικολογήσει από τη ”λάθος” πλευρά, το έκανε όμως με τρόπο που επηρέασε καταλυτικά τον κινηματογράφο μέχρι σήμερα, μια εξαιρετική επίδειξη χρήσης της φιλμικής γλώσσας, των πλάνων δηλαδή και του μοντάζ.

The Cabinet of Dr. Caligari - Robert Wiene - 1920
Η καθηλωτική ταινία του Βίνε, εισήγαγε τον εξπρεσιονισμό στη χρήση του φωτός και των σκηνικών στον κινηματογράφο και είναι μια τρομερή εικαστική δουλειά που δικαιολογείται απόλυτα απ’ το τέλος που δόθηκε τελικά στο αρχικό σενάριο. Η επιρροή αυτού του φιλμ είναι παραπάνω από προφανής σε κινηματογραφικά είδη όπως οι ταινίες τρόμου και το φιλμ νουάρ και σε σκηνοθέτες όπως ο Χίτσκοκ ή ο Φριτς Λανγκ. Πριν από δυο χρόνια, ένας φαν γύρισε και μια ομιλούσα εκδοχή, με τον Νταγκ Τζόουνς στο ρόλο του υποχείριου.

Nanook of the North - Robert J. Flaherty – 1922
Είναι απλά το πρώτο μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ στην ιστορία του σινεμά. Μια εθνολογική μελέτη της ζωής των ινδιάνων ινουίτ, που σιγά σιγά έχανε τα παραδοσιακά της στοιχεία. Ο Φλάερτι βέβαια, έστησε κάποιες σκηνές –έφτιαξε μισό ιγκλού για τα εσωτερικά και έβαλε τους κυνηγούς να χρησιμοποιήσουν καμάκι αντί για καραμπίνα- και πολλοί δεν τον συγχωρούν γι’ αυτό, όμως κανόνες για το πώς γίνεται ένα ντοκιμαντέρ δεν υπήρχαν ακόμη, ούτε καν ο συγκεκριμένος όρος.

The Battleship Potemkin - Sergei M. Eisenstein - 1925
Ένα μέρος της ανθολόγησης της επανάστασης από τον Αϊζενστάιν, είναι κι αυτή η ταινία, όπου ο ρώσος έβαλε σε πλήρη λειτουργία το διαλεκτικό μοντάζ και τη χειραγώγηση του θεατή μέσω της επιλεκτικής εναλλαγής εικόνων. Η σκηνή στα σκαλιά της Οδυσσού έμεινε στην ιστορία, εισέπραξε φόρους τιμής από πολλούς σύγχρονους σκηνοθέτες και ο ρώσος πρωτοπόρος έγινε γνωστός σε όλο τον κόσμο. Πραγματικό έπος, άρεσε ακόμα και στον Γκέμπελς.

The General - Buster Keaton and Clyde Bruckman – 1926
Εντάξει, πέρα από τις κοινοτοπίες τύπου ”ο μελαγχολικός κλόουν” κλπ, ο Κίτον ήταν ένας ευρηματικός κωμικός και ο πρώτος που έκανε τόσες πολλές επικίνδυνες σκηνές μόνος του. Ο Μπράκμαν απ’ την άλλη, ήταν ένας περιζήτητος δημιουργός γκαγκ, πριν καταστραφεί απ’ το αλκοόλ –συνεργάτης του σπουδαίου Χάρολντ Λόιντ. Και μπορεί να μην τους περίσσευαν τα τεράστια μπάτζετ αλλά δεν τσιγκουνεύονταν καθόλου εκείνη την εποχή. Έπρεπε να ρίξουν ένα τρένο από μια γέφυρα και απλά το έκαναν.

Metropolis - Fritz Lang - 1927
Το σενάριο που ο Φριτς Λανγκ έγραψε μαζί με τη γυναίκα του, απεικονίζει τον κόσμο του 2027, όπου οι εργάτες δουλεύουν σαν τα σκυλιά –ότι κι αν σημαίνει αυτό- σε τεράστιες μηχανές, χωρίς ποτέ να βλέπουν τι παράγουν και τ’ αφεντικά διοικούν από ψηλά κτίρια. Μαθήματα διαχρονικότητας. Η ταινία πάντως του Λανγκ είναι εξαιρετικό δείγμα φουτουριστικής σκηνογραφίας και αφού πέρασε από πολλές περιπέτειες –βλέπε Τζόρτζιο Μόροντερ- αποκαταστάθηκε πρόσφατα, χωρίς βέβαια τα 15 λεπτά που έχουν χαθεί για πάντα.

Sunrise – Friedrich W. Murnau – 1927
Τον καιρό που ο γερμανικός εξπρεσιονισμός ήταν στα πάνω του και πάνω που ο βουβός κινηματογράφος χρειαζόταν μια τελευταία πνοή, το Χόλιγουντ κάλεσε τον σκηνοθέτη του Νοσφεράτου –αθάνατο κι αυτό- να κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα με τα λεφτά τους. Το αποτέλεσμα ήταν αυτή η υπέροχη ταινία με την εξαιρετική φωτογραφία και κινηματογράφηση, τέλειο δείγμα αφήγησης χωρίς λόγια. Σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι πως μπορεί κάποιος μετά από 80 χρόνια να κάνει τόσο κακές ταινίες, με απείρως περισσότερα μέσα.

The Passion of Joan of Arc - Carl T. Dreyer – 1928
Με γαλλικά λεφτά, ο δανός Καρλ Ντράγιερ, γύρισε την ταινία-αποθέωση του κοντινού πλάνου, όπου απεικόνισε τα πάθη της Ιωάννας της Λωραίνης σε μια, καθόλου διακριτική, αντιστοιχία με εκείνα του Χριστού. Πολλοί –ενθουσιώδεις θεωρητικοί- αποκάλεσαν την ερμηνεία της Ρενέ Μαρία Φαλκονετί, την καλύτερη όλων εποχών. Το αμακιγιάριστο –δόγμα μου μυρίζει- πρόσωπό της γεμίζει την κάμερα, όπως κι εκείνα των βασανιστών της, προκαλώντας έντονη συναισθηματική φόρτιση. Η αυθεντική κόπια θεωρούνταν χαμένη, ώσπου το 1981, βρέθηκε σε ένα ψυχιατρείο του Όσλο. Τυχαίο;

Pandora’s Box – Georg W. Pabst – 1929
Η Λουίζ Μπρουκς ήταν άλλη μια εκκολαπτόμενη σταρ του Χόλιγουντ της ”σιωπηλής” εποχής, όταν ο Παμπστ ζήτησε από την Paramount να του τη δανείσει για το ρόλο της Λούλου. Τελικά, λόγω οικονομικών διαφωνιών, η πανέμορφη ηθοποιός τα βρόντηξε κι έφυγε για το Βερολίνο, όπου έγινε η μούσα του γερμανού. Η Μπρουκς κυρίευσε τα πλάνα του και η εικόνα της μοιραίας γυναίκας, την ακολούθησε τελικά για πάντα. Η ταινία μονταρίστηκε αλλιώς για τη Γαλλία –χάπι εντ- και αλλιώς για την Αμερική –ηθοπλαστικό τέλος- που δε μπορούσαν ν’ αντέξουν την πρόδηλη σεξουαλικότητα της Λούλου.

City Lights - Charlie Chaplin – 1931
Τι να πει κανείς για τον Τσάρλι Τσάπλιν, αυτόν τον απίθανο… ”μελαγχολικό κλόουν” –ε, όχι πάλι. Η ταινία αυτή γυρίστηκε ως βουβή την εποχή που το σινεμά αποκτούσε πλήρως την αίσθηση του ήχου και οι ηθοποιοί, ή μάθαιναν να μιλάνε ή εξαφανίζονταν –βλέπε ”Singing in the Rain”. Ο Τσάπλιν είχε το ελεύθερο να κάνει ότι θέλει. Γύριζε τις σκηνές του ξανά και ξανά, μέχρι η τελευταία λεπτομέρεια να του βγει όπως πρέπει. Η σεκάνς της γνωριμίας του αλήτη με την τυφλή μικρά είναι μια τέτοια. Το ρίσκο αποδείχτηκε στάνταρ γερό, αφού η οικονομική και καλλιτεχνική επιτυχία του φιλμ ήταν τεράστια και η αξία του, αναλλοίωτη μέχρι σήμερα.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v