Για το πώς το Δημόσιο λειτουργεί εις βάρος της οικονομίας, αλλά και για τα κενά της οικονομικής πολιτικής μίλησε στο In2life η κ. Αντιγόνη Λυμπεράκη, Καθηγήτρια οικονομικών στο Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Πάντειου Πανεπιστήμιου.
«Για να σκεφτούμε τι θα πει μεγάλο και τι μικρό κράτος πρέπει να ξεχωρίσουμε κάποιες κατηγορίες. Υπάρχουν αμιγώς κρατικά πεδία όπου και η χρηματοδότηση και η παροχή γίνεται από το κράτος, όπως για παράδειγμα η άμυνα, ενώ άλλα πεδία όπως η Υγεία, η παροχή Αγαθών, η Ενέργεια και οι Τηλεπικοινωνίες μπορούν να χρηματοδοτούνται και από το κράτος και από τον ιδιωτικό τομέα. Επ’ αυτού λοιπόν γίνεται η συζήτηση για το τι θα πει ‘μεγάλο και μικρό’ και πώς θα το συνεφέρουμε», αναφέρει.
Το ζήτημα που προκύπτει λοιπόν είναι ποιος θα κάνει τη δουλειά για την οποία συζητάμε αν θα είναι κρατική ή όχι και ποιος θα την πληρώσει. «Για παράδειγμα, αν οι άποροι ηλικιωμένοι πρέπει να έχουν πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας φροντίδα, σημαίνει ότι το κράτος θέτει τις ποιοτικές προδιαγραφές, ελέγχει και διασφαλίζει ότι παρέχεται η φροντίδα και χρηματοδοτεί για εκείνους που έχει εντολή να χρηματοδοτήσει. Δεν γίνεται να χρηματοδοτεί κάποιον που έχει ήδη πολλά χρήματα», λέει η ίδια.
Ένα ακόμα σημείο στο οποίο υστερεί το σύγχρονο κράτος, είναι ότι σπάνια εισπράττει κάποιο αντίτιμο για τις υπηρεσίες που παρέχει. Επομένως, χρειάζεται να κινείται, να σπαταλά και να χρησιμοποιεί πόρους που παράγονται σε κάποιον άλλο σημείο της οικονομίας , σύμφωνα με την κ. Λυμπεράκη. «Αυτό το σημείο είναι ο ιδιωτικός τομέας. Πολύ συχνά η συζήτηση και ο καυγάς γίνεται για το πόσες είναι οι ανάγκες της κοινωνίας που πρέπει να καλύψει το κράτος. Αυτός δεν είναι ο μόνος τρόπος για να δει κάποιος το θέμα. Είναι μεν χρήσιμος, αλλά θα πρέπει να έχουμε συναίσθηση και ποια είναι η φοροδοτική ικανότητα της οικονομίας. Πόσο αντέχουν τα νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις και οι επαγγελματίες να αποδίδουν φόρους στο κράτος προκειμένου να κάνει την δουλειά του», προσθέτει.
«Η αίσθηση που έχω σήμερα είναι ότι για να μην απολυθεί κανένας δημόσιος υπάλληλος, έχει αυξηθεί πάρα πολύ η φοροδοτική υποχρέωση όλων. Το κράτος μπορεί να είναι μικρότερο, χωρίς να αλλάξει καθόλου αυτά που κάνει. Μπορεί να έχει λιγότερους υπαλλήλους οι οποίοι να παρέχουν ακριβώς την ίδια ποσότητα έργου προς την οικονομία και την κοινωνία. Μπορεί δηλαδή, να κάνει τις ίδιες δουλειές με λιγότερους ανθρώπους», τονίζει.
Εξίσου σημαντικό σύμφωνα με την ίδια είναι να λυθεί η παρεξήγηση που ορίζει ότι το κράτος μπορεί να είναι μικρότερο και παράλληλα να αυξήσει τους πόρους που διαθέτει για να αντιμετωπίσει κοινωνικές ανάγκες. «Δεν είναι λύση να πάρουμε τον κοπανατζή του ΟΣΕ και να τον βάλουμε να φυλάει τα μωρά μας. Γι’ αυτό είναι μύθος ότι δεν πρέπει να γίνει καμία απόλυση. Μπορεί να λείπουν άνθρωποι από κάποιους τομείς και να περισσεύουν από άλλους, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι θα πάρεις κάποιον και θα τον βάλεις εκεί που σου λείπει. Δεν θα πάρεις τον θυρωρό να τον κάνεις νοσηλευτή. Δεν πρέπει να το κάνεις», επισημαίνει.
Άρα διαπιστώνουμε ότι το μέγεθος του κράτους δεν θα πρέπει να συζητείται μόνο με βάση τις ανάγκες της κοινωνίας, αλλά και με βάση τις ανάγκες που μπορεί η οικονομία και η κοινωνία να «σηκώσει» για την λειτουργία του. «Δεν είναι επιχείρημα ότι αν είχαμε πιο πολλούς φόρους θα μπορούσαμε να κάνουμε περισσότερες δαπάνες. Δεν μπορείς στο όνομα του τι θα μπορούσες να έχεις να αρχίσεις να ξοδεύεις. Κάπως έτσι λειτουργεί σήμερα το κράτος», λέει η κ. Λυμπεράκη και φέρνει ένα παράδειγμα.
«Αν κάποιος έχει στο πορτοφόλι του λίγα χρήματα θα αγοράσει ένα ποδήλατο, δεν θα πάρει Ρολς Ρόυς. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν του αρέσει, απλά δεν μπορεί να την αγοράσει. Αυτό που σίγουρα δεν μπορεί να κάνει όμως, είναι να αγοράσει ένα ποδήλατο και ο μαγαζάτορας να του το χρεώσει σαν να είναι Ρολς Ρόυς. Σε αυτήν την κατάσταση είμαστε σήμερα, πληρώνουμε ένα κράτος πολύ ακριβό αλλά αυτό που αγοράζουμε είναι υπηρεσίες ενός ποδηλάτου
»Πρέπει να δούμε πού, πώς και πόσο γρήγορα θα προσαρμόσουμε την τιμή την οποία πληρώνουμε για το ποδήλατο που παίρνουμε και στη συνέχεια του βάζουμε και ρόδες και ένα καθισματάκι, όταν και εφ’ όσον έχουμε τα χρήματα να το κάνουμε», καταληγει.
Οι πολίτες σύμφωνα με την κ. Λυμπεράκη θα έπρεπε να πληρώνουν το κράτος στην αξία των υπηρεσιών που τους παρέχει. «Κάθε φορά που επεκτείνουμε την δραστηριότητά του θα πρέπει να ξέρουμε ότι θα έχουμε τους πόρους πριν το κάνουμε και ότι αυτό θα μας κοστίσει. Η οικοδόμηση ενός lux κράτους δεν είναι τσάμπα, τα λεφτά δεν πέφτουν από το φεγγάρι», αναφέρει σχετικά.
Για το θέμα της απόλυσης μερίδας των δημοσίων υπαλλήλων σχολιάζει: «Ένα 15% των θέσεων εργασίας στις σύγχρονες οικονομίες ανανεώνεται κάθε χρόνο. Για κάθε 100 θέσεις που έχεις φέτος δηλαδή, οι 15 είναι διαφορετικές από τις περσινές σου. Αυτό δεν μπορεί να μη γίνεται στο δημόσιο, να μη χρειάζεται να γίνει καμία αλλαγή. Σε κάθε ιδιωτική επιχείρηση ένα 5% των ανθρώπων είτε λόγω ανικανότητας είτε λόγω αλλαγής δραστηριότητας της επιχείρησης ανά πάσα στιγμή είναι υπό κατάργηση. Δεν μπορεί στο Δημόσιο πενήντα χρόνια να μην υπάρχει ούτε ένας που να είναι υπό κατάργηση».
Εν τέλει πώς θα μπορέσει ο δημόσιος τομέας να είναι αποδοτικός; «Αν θέλουμε να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να υπάρξουν διαδικασίες αξιολόγησης και ανανέωσης του προσωπικού και του έργου που παρέχει. Αυτό απαιτεί μια σχετική ευελιξία και αυτοκριτική και νέες μεγάλες ή μικρές αλλαγές ανά πάσα στιγμή. Όχι μόνο τώρα που έχει καταρρεύσει το σύμπαν. Είναι ντροπή σε μια χώρα με 1.300.000 ανέργους να γίνεται σκοτωμός για την απόλυση 15 χιλιάδων δημόσιων υπαλλήλων μέσα σε ενάμισι χρόνο. Αυτοί οι 4 χιλιάδες που θα απολυθούν τώρα είναι το μισό τοις εκατό του δημοσίου. Δεν υπάρχει μισό τα εκατό σε ολόκληρο τον δημόσιο τομέα που δεν είναι άχρηστο;», καταλήγει.
«Για να σκεφτούμε τι θα πει μεγάλο και τι μικρό κράτος πρέπει να ξεχωρίσουμε κάποιες κατηγορίες. Υπάρχουν αμιγώς κρατικά πεδία όπου και η χρηματοδότηση και η παροχή γίνεται από το κράτος, όπως για παράδειγμα η άμυνα, ενώ άλλα πεδία όπως η Υγεία, η παροχή Αγαθών, η Ενέργεια και οι Τηλεπικοινωνίες μπορούν να χρηματοδοτούνται και από το κράτος και από τον ιδιωτικό τομέα. Επ’ αυτού λοιπόν γίνεται η συζήτηση για το τι θα πει ‘μεγάλο και μικρό’ και πώς θα το συνεφέρουμε», αναφέρει.
Το ζήτημα που προκύπτει λοιπόν είναι ποιος θα κάνει τη δουλειά για την οποία συζητάμε αν θα είναι κρατική ή όχι και ποιος θα την πληρώσει. «Για παράδειγμα, αν οι άποροι ηλικιωμένοι πρέπει να έχουν πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας φροντίδα, σημαίνει ότι το κράτος θέτει τις ποιοτικές προδιαγραφές, ελέγχει και διασφαλίζει ότι παρέχεται η φροντίδα και χρηματοδοτεί για εκείνους που έχει εντολή να χρηματοδοτήσει. Δεν γίνεται να χρηματοδοτεί κάποιον που έχει ήδη πολλά χρήματα», λέει η ίδια.
Ένα ακόμα σημείο στο οποίο υστερεί το σύγχρονο κράτος, είναι ότι σπάνια εισπράττει κάποιο αντίτιμο για τις υπηρεσίες που παρέχει. Επομένως, χρειάζεται να κινείται, να σπαταλά και να χρησιμοποιεί πόρους που παράγονται σε κάποιον άλλο σημείο της οικονομίας , σύμφωνα με την κ. Λυμπεράκη. «Αυτό το σημείο είναι ο ιδιωτικός τομέας. Πολύ συχνά η συζήτηση και ο καυγάς γίνεται για το πόσες είναι οι ανάγκες της κοινωνίας που πρέπει να καλύψει το κράτος. Αυτός δεν είναι ο μόνος τρόπος για να δει κάποιος το θέμα. Είναι μεν χρήσιμος, αλλά θα πρέπει να έχουμε συναίσθηση και ποια είναι η φοροδοτική ικανότητα της οικονομίας. Πόσο αντέχουν τα νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις και οι επαγγελματίες να αποδίδουν φόρους στο κράτος προκειμένου να κάνει την δουλειά του», προσθέτει.
«Η αίσθηση που έχω σήμερα είναι ότι για να μην απολυθεί κανένας δημόσιος υπάλληλος, έχει αυξηθεί πάρα πολύ η φοροδοτική υποχρέωση όλων. Το κράτος μπορεί να είναι μικρότερο, χωρίς να αλλάξει καθόλου αυτά που κάνει. Μπορεί να έχει λιγότερους υπαλλήλους οι οποίοι να παρέχουν ακριβώς την ίδια ποσότητα έργου προς την οικονομία και την κοινωνία. Μπορεί δηλαδή, να κάνει τις ίδιες δουλειές με λιγότερους ανθρώπους», τονίζει.
Εξίσου σημαντικό σύμφωνα με την ίδια είναι να λυθεί η παρεξήγηση που ορίζει ότι το κράτος μπορεί να είναι μικρότερο και παράλληλα να αυξήσει τους πόρους που διαθέτει για να αντιμετωπίσει κοινωνικές ανάγκες. «Δεν είναι λύση να πάρουμε τον κοπανατζή του ΟΣΕ και να τον βάλουμε να φυλάει τα μωρά μας. Γι’ αυτό είναι μύθος ότι δεν πρέπει να γίνει καμία απόλυση. Μπορεί να λείπουν άνθρωποι από κάποιους τομείς και να περισσεύουν από άλλους, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι θα πάρεις κάποιον και θα τον βάλεις εκεί που σου λείπει. Δεν θα πάρεις τον θυρωρό να τον κάνεις νοσηλευτή. Δεν πρέπει να το κάνεις», επισημαίνει.
Άρα διαπιστώνουμε ότι το μέγεθος του κράτους δεν θα πρέπει να συζητείται μόνο με βάση τις ανάγκες της κοινωνίας, αλλά και με βάση τις ανάγκες που μπορεί η οικονομία και η κοινωνία να «σηκώσει» για την λειτουργία του. «Δεν είναι επιχείρημα ότι αν είχαμε πιο πολλούς φόρους θα μπορούσαμε να κάνουμε περισσότερες δαπάνες. Δεν μπορείς στο όνομα του τι θα μπορούσες να έχεις να αρχίσεις να ξοδεύεις. Κάπως έτσι λειτουργεί σήμερα το κράτος», λέει η κ. Λυμπεράκη και φέρνει ένα παράδειγμα.
«Αν κάποιος έχει στο πορτοφόλι του λίγα χρήματα θα αγοράσει ένα ποδήλατο, δεν θα πάρει Ρολς Ρόυς. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν του αρέσει, απλά δεν μπορεί να την αγοράσει. Αυτό που σίγουρα δεν μπορεί να κάνει όμως, είναι να αγοράσει ένα ποδήλατο και ο μαγαζάτορας να του το χρεώσει σαν να είναι Ρολς Ρόυς. Σε αυτήν την κατάσταση είμαστε σήμερα, πληρώνουμε ένα κράτος πολύ ακριβό αλλά αυτό που αγοράζουμε είναι υπηρεσίες ενός ποδηλάτου
»Πρέπει να δούμε πού, πώς και πόσο γρήγορα θα προσαρμόσουμε την τιμή την οποία πληρώνουμε για το ποδήλατο που παίρνουμε και στη συνέχεια του βάζουμε και ρόδες και ένα καθισματάκι, όταν και εφ’ όσον έχουμε τα χρήματα να το κάνουμε», καταληγει.
Οι πολίτες σύμφωνα με την κ. Λυμπεράκη θα έπρεπε να πληρώνουν το κράτος στην αξία των υπηρεσιών που τους παρέχει. «Κάθε φορά που επεκτείνουμε την δραστηριότητά του θα πρέπει να ξέρουμε ότι θα έχουμε τους πόρους πριν το κάνουμε και ότι αυτό θα μας κοστίσει. Η οικοδόμηση ενός lux κράτους δεν είναι τσάμπα, τα λεφτά δεν πέφτουν από το φεγγάρι», αναφέρει σχετικά.
Για το θέμα της απόλυσης μερίδας των δημοσίων υπαλλήλων σχολιάζει: «Ένα 15% των θέσεων εργασίας στις σύγχρονες οικονομίες ανανεώνεται κάθε χρόνο. Για κάθε 100 θέσεις που έχεις φέτος δηλαδή, οι 15 είναι διαφορετικές από τις περσινές σου. Αυτό δεν μπορεί να μη γίνεται στο δημόσιο, να μη χρειάζεται να γίνει καμία αλλαγή. Σε κάθε ιδιωτική επιχείρηση ένα 5% των ανθρώπων είτε λόγω ανικανότητας είτε λόγω αλλαγής δραστηριότητας της επιχείρησης ανά πάσα στιγμή είναι υπό κατάργηση. Δεν μπορεί στο Δημόσιο πενήντα χρόνια να μην υπάρχει ούτε ένας που να είναι υπό κατάργηση».
Εν τέλει πώς θα μπορέσει ο δημόσιος τομέας να είναι αποδοτικός; «Αν θέλουμε να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να υπάρξουν διαδικασίες αξιολόγησης και ανανέωσης του προσωπικού και του έργου που παρέχει. Αυτό απαιτεί μια σχετική ευελιξία και αυτοκριτική και νέες μεγάλες ή μικρές αλλαγές ανά πάσα στιγμή. Όχι μόνο τώρα που έχει καταρρεύσει το σύμπαν. Είναι ντροπή σε μια χώρα με 1.300.000 ανέργους να γίνεται σκοτωμός για την απόλυση 15 χιλιάδων δημόσιων υπαλλήλων μέσα σε ενάμισι χρόνο. Αυτοί οι 4 χιλιάδες που θα απολυθούν τώρα είναι το μισό τοις εκατό του δημοσίου. Δεν υπάρχει μισό τα εκατό σε ολόκληρο τον δημόσιο τομέα που δεν είναι άχρηστο;», καταλήγει.