Pinnatta: Βλέποντας τα μηνύματα με interactive μάτι

Pinnatta: Βλέποντας τα μηνύματα με interactive μάτι
Τέλος στα απρόσωπα μηνύματα τύπου «Γεια! Τι κάνεις;» και «Χρόνια πολλά» θέλησε να δώσει η ομάδα πίσω από την πρωτότυπη ιδέα του Gipht.me, το οποίο αργότερα εξελίχθηκε σε Pinnatta. Πώς; Δημιουργώντας μια εύχρηστη εφαρμογή, μέσω της οποίας μπορείς να στείλεις διαδραστικά μηνύματα σε φίλους σου, τα οποία μπορείς εσύ ο ίδιος να εξατομικεύσεις. Για παράδειγμα, αν κάποιος φίλος έχει γενέθλια, η εφαρμογή σου δίνει τη δυνατότητα να του στείλεις μια τούρτα με όσα κεράκια θέλεις, ενώ εκείνος όταν την παραλάβει μπορεί να τα… σβήσει φυσώντας την οθόνη του smartphone! Όλα τα μηνύματα που στέλνεις μέσω της εφαρμογής, εκμεταλλεύονται στο έπακρο τις δυνατότητες των smartphones, αφού για παράδειγμα σε κάποια χρησιμοποιείς το μικρόφωνο και σε άλλα απλά την οθόνη αφής.

H ερώτηση που «γέννησε» το Pinnatta, πρωτοακούστηκε στα μέσα του 2010 (ως gipht.me τότε) και ήταν "απλή", σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Σπανουδάκη CEO και συνιδρυτή του Pinnatta: «Καλά, αυτό το iPhone που κάνει τόσα πράγματα, γιατί δε μου δίνει τη δυνατότητα να στείλω κάτι σε ένα φίλο μου που να είναι 'ζωντανό'; Θέλω βρε παιδί μου να στείλω 'κάτι' που να 'ζει' μέσα στο κινητό του φίλου μου. Να μπορεί όποτε θέλει να το ανοίξει και να παίξει με αυτό. Να το ακουμπήσει, να το φυσήξει. Να μην είναι ένα βαρετό μήνυμα. Αυτό το έκανε και το NOKIA 3210». O άνθρωπος που εξέφρασε την παραπάνω ερώτηση δεν ήταν άλλος από το Δημήτρη Χασαπάκη, σημερινό Director of Products κι ένας εκ των έξι συνιδρυτών του Pinnatta. Οι υπόλοιποι πέντε, που ήταν στο ίδιο γραφείο εκείνη την ημέρα, είναι οι: Γιώργος Σπανουδάκης (CEO), Τάσος Νούσης (CTO), Eric Parks (Director of Sales), Αποστόλης Χρονάκης (Director of Content Development) και Παναγιώτης Χατζηδάκης (Art Director).

Τι διαφορετικό όμως προσφέρει η εφαρμογή στον χρήστη; «Όπως μαθαίνουμε και στο σχολείο στο μάθημα της Φυσικής, οι ανακαλύψεις προέρχονται συνήθως από το πείραμα και την παρατήρηση. Στην περίπτωσή μας οι παρατηρήσεις ήταν δύο», εξηγεί, «Tα smartphones έχουν πολύ περισσότερες δυνατότητες από αυτές που χρησιμοποιούμε όταν επικοινωνούμε καθημερινά. Έχουν οθόνες αφής, ηχεία, μικρόφωνα, αισθητήρες, GPS, μπαίνουν στο internet… Κι όμως εμείς δεν αξιοποιούμε τίποτα από όλα αυτά όταν επικοινωνούμε. Μόνο όταν παίζουμε κάποιο παιχνίδι ή χρησιμοποιούμε κάποια εφαρμογή. Είναι ξεκάθαρη η ανάγκη και επιθυμία των χρηστών να εκφραστούν με κάτι παραπάνω από ένα απλό κείμενο. Το συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο: οι χρήστες ψάχνουν τρόπους για να εμπλουτίσουν την επικοινωνία τους και η δημιουργία υλικού που πραγματικά τους εκφράζει είναι δύσκολη υπόθεση. Για αυτό κι όταν βρουν τέτοιο υλικό, αμέσως το μοιράζονται με τους φίλους τους». Ο συνδυασμός επομένως, των παραπάνω δύο παρατηρήσεων και του τεχνικού πειραματισμού, οδήγησε στην δημιουργία του Pinnatta.

Άξιο αναφοράς είναι βέβαια και το κεφάλαιο που κατάφερε να συγκεντρώσει η ομάδα του κ. Σπανουδάκη, το οποίο ανέρχεται σε αρκετές χιλιάδες δολάρια. «Όταν σχεδιάσαμε το business plan του Pinnatta, συνειδητοποιήσαμε πως χρειαζόμασταν ένα κεφάλαιο της τάξης των $700.000. Ποσό που προφανώς δε μπορούσαμε να διαθέσουμε εμείς. Αρχικά, μιλήσαμε με διάφορους φίλους και γνωστούς στην Ελλάδα, αλλά το έδαφος για επενδύσεις σε τεχνολογία δεν ήταν καθόλου πρόσφορο και η νοοτροπία πολύ διαφορετική από τη σημερινή, αλλά και τη νοοτροπία των επενδυτών της Silicon Valley, του Ισραήλ, του Βερολίνου κτλ.», λέει ο ίδιος.



Έτσι εκμεταλλευόμενοι την εμπειρία μελών της ομάδας που είχαν εργαστεί παλιότερα στην Silicon Valley, μετακόμισαν στην διάσημη… πεδιάδα για τρεις μήνες και έπαιξαν εκεί «όλα τους χαρτιά», όπως λέει. «Μετά από πέντε μήνες τελικά τα καταφέραμε και ‘σηκώσαμε’ $700.000 από Αμερικάνους, Κινέζους και Ρώσους επενδυτές. Η συνέχεια ήταν πιο εύκολη. Ξεκινήσαμε ένα νέο γραφείο στην Αθήνα και η κρίση άρχισε να δουλεύει υπέρ μας. Ήταν πιο εύκολο να βρούμε πολύ ταλαντούχους ανθρώπους που έψαχναν μια καλή ευκαιρία να κάνουν το βήμα παραπάνω και μάλιστα χωρίς να έχουμε να ανταγωνιστούμε πολλές εταιρίες. Η κατάσταση στην Ελλάδα μας βοήθησε αρκετά αφού ακόμα και οι καλοί ελληνικοί μισθοί είναι 3 και 4 φορές χαμηλότεροι από τους μέσους αμερικάνικους», περιγράφει.

Όσον αφορά τις διαφορές Ελλάδας – εξωτερικού, στον συγκεκριμένο τομέα, ο κ. Σπανουδάκης θεωρεί ότι στους developers οι διαφορές δεν είναι σημαντικές, όμως η διαφορά είναι στην εμπειρία και τις παραστάσεις. «Στη Silicon Valley εργάζονται σε εταιρίες κολοσσούς, ενώ είναι ακόμα φοιτητές. Εδώ ,δυστυχώς, αυτό δεν είναι συχνό φαινόμενο. Όταν κάποιος 18-19 χρονών έχει δουλέψει έστω για τρείς ή έξι μήνες στη Google, στο Facebook, στην Apple κτλ, τότε είναι σε πλεονεκτικότερη θέση από κάποιον που ξεκινάει να εργάζεται σε μια μικρή τοπική εταιρία, αφού ολοκληρώσει τις σπουδές του», λέει χαρακτηριστικά.

Διαφορές βλέπει και στην νοοτροπία όσων κινούνται στο χώρο των startups στην Ελλάδα: «Υπάρχουν πολλοί που επικοινωνούν μαζί μας και μας ζητάνε να τους βοηθήσουμε στο να προετοιμαστούν για να βρουν επενδυτές, να μάθουν τι κινήσεις κάναμε εμείς, να τους φέρουμε σε επαφή με ανθρώπους και φυσικά προσπαθούμε να βοηθήσουμε όπως μπορούμε. Όμως έχουμε βρεθεί αντιμέτωποι πολλές φορές με το φαινόμενο να μην μας αποκαλύπτουν τα project τους για να… μην τους κλέψουμε την ιδέα! Είναι μαθηματικά σίγουρο πως αυτά τα παιδιά δεν θα καταφέρουν πολλά. Το πρόβλημα είναι στη νοοτροπία, στο φόβο μη μας αντιγράψουν, στο φόβο να εξωτερικεύσουμε το όραμα και το σχέδιο μας». Ο ανταγωνισμός, σύμφωνα με τον κ. Σπανουδάκη, δεν θα πρέπει να φοβίζει τους Έλληνες developers. «Ο ανταγωνισμός, μόνο καλύτερους μπορεί να μας κάνει», υποστηρίζει, «Στη Silicon Valley έχω δει direct ανταγωνιστές να συζητούν ανοιχτά για τα νέα features που ετοιμάζει ο καθένας και να παίρνουν feedback o ένας από τον άλλο.

Στην αρχή μου φάνηκε περίεργο. Αργότερα κατάλαβα τη διαφορά στη νοοτροπία τους και την προσέγγισή τους. Είναι απλό: Και οι δύο παλεύουν να κερδίσουν περισσότερα και να μεγαλώσουν τις εταιρίες του. Αν το industry στο οποίο δραστηριοποιούνται μεγαλώσει θα μεγαλώσουν και οι δύο. Στόχος είναι να ανέβει το επίπεδο, να διευρυνθεί το συνολικό market και όλοι να κερδίσουν».

Ένα ακόμα σημαντικό θέμα κατά τον κ. Σπανουδάκη είναι και η εσωστρέφεια που επικρατεί στον ελληνικό χώρο. «Πολλά startups στοχεύουν αποκλειστικά στην Ελλάδα σαν αγορά», διευκρινίζει, «Κάποιοι προτιμάνε να διεκδικήσουν την πρωτιά ‘στο χωριό’ και φοβούνται να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους ‘στην πόλη’. Αυτό είναι πολύ περιοριστικό και φυσικά αποθαρρύνει και τους επενδυτές. 'Όλα βέβαια πηγάζουν από το χώρο της παιδείας και της ενημέρωσης. Υπάρχει τεράστιο θέμα σε αυτόν τον τομέα. Ακόμα και τα παιδιά που σπουδάζουν Διοίκηση επιχειρήσεων στην Ελλάδα, μαθαίνουν πως να προετοιμαστούν και να κερδίσουν μια θέση σε μια μεγάλη πολυεθνική. Πώς να γίνουν τα τέλεια γρανάζια σε μια μεγάλη έτοιμη μηχανή. Δε μαθαίνουν πως να ξεκινήσουν τη δική τους μικρή εταιρία, να τη μεγαλώσουν και να την κάνουν κερδοφόρα», καταλήγει.

Όσον αφορά τα μελλοντικά σχέδια για την εφαρμογή, η συνεχής εξέλιξή της βρίσκεται στο επίκεντρο του team, αφού σε λίγες ημέρες θα κυκλοφορήσει νέα, αναβαθμισμένη, έκδοση. «Στόχος πλέον είναι να αυξήσουμε σταδιακά τη χρήση. Έχουμε εντοπίσει τα profiles των χρηστών μας και τις προτιμήσεις τους και δουλεύουμε για να βρούμε τρόπους να τις ικανοποιήσουμε καλύτερα κάτι που θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη χρήση. Καθώς μεγαλώνουμε, μεγαλώνουν και οι ανάγκες μας. Για αυτό το λόγο θα αυξήσουμε λίγο ακόμα την ομάδα μας στην Ελλάδα και προς το Μάρτιο θα προβούμε σε κάποιες περαιτέρω προσλήψεις και στην ομάδα της Silicon Valley. Ίσως μεταφέρουμε και κάποια άτομα από την Αθήνα στο San Francisco. To 2013 θα είναι πολύ σημαντικό έτος για εμάς», αναφέρει.


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v