«Να ήταν όλη η ζωή ένας έρωτας, αυτό ήθελα εγώ»

«Ποιητική ζωή δεν υπάρχει. Κι' αυτό ακριβώς είναι μια από τις αμέτρητες ελλείψεις που προσπαθεί να θεραπεύσει, να συγκαλύψει η ποίηση». Μια μέρα σαν κι αυτή, γεννιέται η Κική Δημουλά.

«Να ήταν όλη η ζωή ένας έρωτας, αυτό ήθελα εγώ»

[Ένα ποίημα] είναι ένα «σήμερα». Ένα σήμερα, που ελπίζει ότι θα είναι κι ένα «αύριο», με αναγνωρισμένες τις αγαθές παρεμβάσεις του, ώστε να μην είναι όλα μονόδρομος... Συμβολίζει επίσης, έναν ακόμα άνθρωπο μέσα στους τόσους, με μια πιο ευδιάκριτη ιδιαιτερότητα απ' αυτές που διαθέτει ο κάθε άνθρωπος που προορίζεται να κοινοποιείται και να περνάει τη δοκιμασία του μετεωρισμού της, πάνω από το αν έχει νόημα ή όχι η ύπαρξή της. Πιο συγκεκριμένα, χαρακτηρίζει έναν άνθρωπο που μάχεται να δώσει στα πράγματα διαστάσεις που δεν έχουν, ή και να ξεκαθαρίσει τη θολή μορφή τους, εφαρμόζοντας μια άλλη, επίσης θολή μέθοδο, όπως είναι αυτή του ποιητικού λόγου, ίσως πιο παρήγορη ως βραδύτερα θνητή.

Ποιητική ζωή δεν υπάρχει. Κι' αυτό ακριβώς είναι μια από τις αμέτρητες ελλείψεις που προσπαθεί να θεραπεύσει, να συγκαλύψει η ποίηση.

Αν μου έδιναν να διαλέξω μεταξύ μιας ευτυχίας και του να γράψω ένα καλό ποίημα, μοιραία θα διάλεγα το δεύτερο, μια και δε γνωρίζω τι σημαίνει ευτυχία κι αν υπάρχει. Ίσως, λοιπόν, πράγματι να παρηγορεί η ποίηση για την έλλειψη ευτυχίας. Υποπτεύομαι πως η ευτυχία είναι κάτι που δεν θα το θυσίαζε κανείς για να γράψει ποιήματα. Διότι ευτυχής και ποιητής κατ' εμέ δεν υπάρχει.

Δεν υπάρχει ευτυχία. Υπάρχει χαρά, αλλά κι αυτή κρατάει τέσσερα δευτερόλεπτα. Διότι έρχεται μία πραγματικότητα και τα βάζει όλα στη θέση τους.

Είναι άνθρωποι που χαίρονται εύκολα, είναι άνθρωποι που πιστεύουν σε πολλά πράγματα-αυτό δίνει μία δύναμη πολύ μεγάλη. Ακόμη και λάθος να πιστεύεις. Βλέπω, όμως, ότι όλες οι καταστάσεις προορίζονται για να τουμπάρουν, για να αλλάξουν. Τίποτα δεν είναι σταθερό. Αυτή η ρευστότητα, λοιπόν, είναι που και με ευχαριστεί διότι με διεγείρει αλλά και με τρελαίνει καθώς σκέφτομαι ότι αυτή η ίδια μετά θάνατον δεν υπάρχει. Σου δίνει ένα τελικό, ένα καταλάγιασμα, κι' αυτό είναι πάρα πολύ δυσάρεστο.

Διαδίδεται ότι μετά απ’ αυτή τη ζωή υπάρχει μια άλλη. Εγώ ούτε το πιστεύω αυτό, αλλά ούτε και με παρηγορεί. Γι’ αυτό λέω «δεν ξέρεις». Ξεκινάς να πας στην άλλη ζωή ή έρχεσαι από την άλλη κι αυτή είναι η καινούργια; Το πεπρωμένο είναι άγνωστο, αλλά και βέβαιο ταυτόχρονα. Κι αυτό το πιστεύω χωρίς να έχω καμία απόδειξη και κανένα επιχείρημα. Με εντυπωσιάζει όμως ότι όλα εφαρμόζονται σαν να είναι προμελετημένα. Και εφαρμόζονται με τόση ακρίβεια, που δεν μπορώ να το πω τυχαίο. Δεν μπορώ να πω «έτυχε». Το «έτυχε», βέβαια, το θεωρώ υπεύθυνο για πολλές δημιουργίες, του δίνω πολύ μεγαλύτερη σημασία απ’ ό,τι στο προγραμματισμένο. Αλλά στην περίπτωσή μας, όπου υπάρχει ζωή υπάρχει και θάνατος. Αυτό δεν θα το αλλάξει ποτέ κανείς.

Ο πόθος μας παριστάνει τη φωνή της ζωής. Η ίδια είναι αμέτοχη και ηθική. Και καθόλου ψεύτρα. Δεν υπόσχεται η ζωή. Εμείς φανταζόμαστε. Η ζωή απλώς υπάρχει και σε αφήνει να τη δεις όπως θέλεις. Γι’ αυτό και άλλοι άνθρωποι είναι πάρα πολύ ευτυχισμένοι όπως είναι διαμορφωμένος ο κόσμος κι άλλοι είναι απογοητευμένοι και δυστυχείς. Το θέμα είναι να αναλύσει κανείς και να αξιολογήσει αυτό που δεν μπορεί να μη συμβαίνει αλλιώς. Γι’ αυτό γράφουμε ποιήματα με την ψευδαίσθηση ότι θα αλλάξουμε αυτό που συμβαίνει ή θα το πούμε κάπως αλλιώς.

Μία είναι η θεότης εδώ: η αβεβαιότητα. Οχι μόνο στα ποιήματα. Παντού. Αυτή είναι και η κινητήρια δύναμη. Αυτή είναι η θεά. Μπορεί να είναι βασανιστική θεά, αλλά, από την άλλη, δίνει τόση γοητεία σ’ αυτό που δεν σου προσφέρει μετά σιγουριάς, που τελικά την αγαπάς. Είναι σοφή. Σε προφυλάσσει από την πλήξη. Γιατί είναι μια πλήξη να ξέρεις τι θα συμβεί. Δεν πρέπει να ξέρεις.

Να ήταν όλη η ζωή ένας έρωτας, αυτό ήθελα εγώ. Ολη η ζωή. Κάποτε θα τελείωνε βεβαίως, αλλά αυτό το πολύ στιγμιαίο των παράφορων καταστάσεων μας πονάει. Μας δημιουργεί έναν φόβο η ενδεχόμενη απώλειά του. Και όλο αυτό το πράγμα νομίζω ότι, εν τέλει, όπως είναι φτιαγμένο, έχει μια σοφία. Γιατί, αν δεν ήταν έτσι, ίσως να επικρατούσε τελικά μια κούραση, η οποία τώρα δεν προφταίνει να δράσει. Ερχεται το νέο πλάσμα, το ξεκούραστο, το διψασμένο να ζήσει αυτό όλο το ψέμα που είναι ο βίος μας. Γιατί περί ενός ψέματος πρόκειται, ενός ψέματος το οποίο διαρκεί άλλοτε πολλά χρόνια, άλλοτε λίγα. Βέβαια, αν μου λέγανε, θα ήθελες τώρα να ξαναγεννηθείς και να μην είσαι μπλεγμένη με αυτό το ψέμα; Τώρα ναι, δεν θα είμαι, γιατί είμαι δεμένη με ό,τι υπήρξε.

Δεν κοιτάζω το ρολόι μου, αλλά θα σου πω το εξής. Αν είχα ένα παλιό ρολόι που πάει συνεχώς δύο δευτερόλεπτα πίσω, αυτή την καραβάνα θα φορούσα. Ακριβώς διότι, αν πολλαπλασιάσεις δύο δευτερόλεπτα κάθε μέρα πίσω, σκέψου πόσο χρόνο κερδίζεις. Ο χρόνος είναι κάτι που δεν κερδίζεται με τίποτα παρά μόνο εάν ξεχάσεις. Διότι μαζί μ’ αυτό θα έχεις ξεχάσει ότι χάνεται κι αυτός. Η καλή μέθοδος είναι να ξεχνάς. Αν πάλι ξεχνάς, είσαι ένα κενό δοχείο που δεν ξέρεις σε τι χρησιμεύει. Δηλαδή ποτέ δεν είναι έτσι και μόνο έτσι τα πράγματα. Είναι έτσι και αλλιώς. Και ό,τι σε τραβήξει, το γεμάτο ή το άδειο. Και για την επιλογή σου αυτή δεν φταις εσύ. Η φύση σε κάνει έτσι, τα χιλιάδες κύτταρα που προηγήθηκαν, που σε προγραμμάτισαν, που σε άλλαξαν και σε διαμόρφωσαν. Ολο αυτό το μυστηριώδες πράγμα. Που ονομάζουμε πεπρωμένο.

Αποσπάσματα από συνεντεύξεις της στην Καθημερινή και στη Lifo 

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v