Προτιμάω να τραγουδάω για τους μετανάστες, για τους βασανισμένους, για τη φτώχεια

«Τα πολλά και τα καθόλου βλάπτουν. Να το θυμάσαι αυτό. Το μέτρο είναι το καλύτερο πράγμα» Σαν σήμερα έφυγε από τη ζωή ο τεράστιος Στέλιος Καζαντζίδης.

Προτιμάω να τραγουδάω για τους μετανάστες, για τους βασανισμένους, για τη φτώχεια

Τραγουδούσα πάντα στη φύση. Αισθανόμουν πιο άνετα, γιατί τραγουδούσα όσο δυνατά ήθελα. Μου λέγανε ότι τραγουδούσα τόσο δυνατά, ώστε από τα σηµεία που βρισκόμουν τα βραδάκια, έφτανε η φωνή µου µέχρι τα σπίτια του χωριού και οι άνθρωποι έβγαιναν στα µπαλκονάκια για να την ακούσουν και µετά, όταν γύριζα εγώ στο σπίτι, µου έδιναν ό,τι καλύτερο είχαν: πετιμέζι, γλυκό σπιτικό, φρούτα, αυτά που φύλαγαν για τα παιδιά τους. Τα θυµάµαι πολύ καλά αυτά.

Τραγούδι θυμάμαι απ’ τη γιαγιά μου. Νομίζω τα βάσανα που τραβηξα - και τραβάω - είναι αυτά που κάναν τη φωνή μου τέτοια, να έχει γεμίσει πόνο και να βγάζει αυτή την πίκρα από μέσα της. Γιατί δεν θυμάμαι να γέλασα ποτέ στη ζωή μου αληθινά. Δεν θυμάμαι ποτέ, μα ποτέ. Κατοχή, φτώχεια, μιζέρια, φόβοι… Πήγαμε στο χωριό. Αρρώστιες. Ο πατέρας μου είχε έλκος. Γυρίσαμε, δελτίο, το ψωμί λίγο. Να βγω να βοηθήσω. Ο πατέρας μου δεν ήταν σε θέση να εργαστεί. Πέθανε σε λίγο… Είχαμε νεογέννητο μωρό τον Στάθη. Βγήκα εγώ σε οικοδομές, τσιγάρα, πούλαγα νερό με στάμνα, πούλαγα κάστανα.

Ε, κάποτε ερωτεύτηκα κι εγώ, τον τραγούδησα τον έρωτα, βέβαια απ' την καλή του όψη, έκανα κοινωνικό ερωτικό τραγούδι. Τώρα δεν υπάρχει λόγος να πω ερωτικά τραγούδια. Τραγουδάνε σήμερα 2.000-3.000 τραγουδιστές - πόσοι είναι; - όλοι τραγουδάν τον έρωτα, να πάω κι εγώ, ένας ακόμη, να γίνουμε τρεις χιλιάδες ένας; Προτιμάω να τραγουδάω για τους μετανάστες, για τους βασανισμένους που ζουν στην Ελλάδα, για τη φτώχεια, γενικά για τα κάτω στρώματα.

Λένε πως πετροβολούν πάντα το δέντρο που έχει καρπούς. Όμως, την αχαριστία μερικών ανθρώπων θα τη θυμάμαι κι αν κάποτε έρθει η ώρα μου, που θα 'ρθει, γιατί κανείς δεν είναι αιώνιος σ' αυτόν τον τόπο, θα 'θελα να μη βρεθούν ούτε στην κηδεία μου, τόσο με πόνεσαν και τους μίσησα. Γιατί η αχαριστία και η υποκρισία αυτών των ανθρώπων έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο.

Ποιό παιδί μπορεί να σηκωθεί στις 3 και τις 4 το πρωί να βράζει κάστανα για να παει να πουλήσει;. Σε σημείο όπου φεύγαν οι εργάτες με τις βούρτσες στον ώμο για να πάνε να σουβαντήσουνε διάφορα σπίτια… έτσι γινόταν τότε. Στην Νέα Ιωνία, στη συνοικία. Και πήγαινα εκεί, το λέγαμε “εργατικό κέντρο”. Εκεί πήγαινε ο καθένας, που ήθελε να να παρει εργάτη να φτιάξει το σπίτι του μερεμέτια διαφορα και αυτά...Κι εκει βρίσκανε τον πιτσιρίκο, τον Στυλιανό. Τα σκέπαζα τα κάστανα για να μην κρυώσουν με τσουβάλι και τα ζύγιζα μόνος μου και τα πούλαγα για να βοηθήσω τη μανούλα μου, να μεγαλώσουμε τον αδελφό μου τον Στάθη.

Ο πλανήτης - έτσι όπως έχει γίνει - δεν είναι για ευχές. Δεν έρχονται στο στόμα μου, δεν μπορώ να πω ευχές. Πρέπει να ξυπνήσει ο κόσμος και να ξεσηκωθεί, να αντιδράσει, αλλιώς καήκαμε. Εγώ το μόνο που ξέρω και μπορώ να κάνω είναι να τραγουδάω. Αυτό νομίζω πως είναι αρκετό.

Αυτός που κάνει πολλές εμφανίσεις, φθείρεται. Κι αυτός που λέει πολλά, κάνει και λάθη. Τα πολλά και τα καθόλου βλάπτουν. Να το θυμάσαι αυτό. Το μέτρο είναι το καλύτερο πράγμα.

Εγώ να τραγουδάω ξέρω μωρέ, δεν ξέρω να μιλάω πολύ. Φοβάμαι μην κάνω καμιά γκάφα, κανένα σαρδάμ. Γιατί αυτοί που μιλάνε πολύ, συνήθως λένε και βλακείες. Χιούμορ, πάντως, νομίζω πως έχω. Χωρίς χιούμορ δεν υπάρχει ζωή. Αυτός που δεν κάνει τον άλλον να γελάσει, για μένα είναι κακός άνθρωπος.

Τυχαίνει καμιά φορά και κάθομαι κάπου σε μια ουρά και μου λέει ο διευθυντής ή ο ταμίας “περάστε κύριε Καζαντζίδη”. Λέω όχι. Γιατί να περάσω δηλαδή; Γιατί να υποτιμήσω τους ανθρώπους που είναι μπροστά μου και να περάσω εγώ; Είναι ντροπή. Και κάθομαι και περιμένω τη σειρά μου. Θέλω να πω οτι είμαι νομοταγής και δεν θέλω να παρανομήσει κανένας, μα κανένας προς χάριν μου. Θέλω αν γίνεται. Αν γίνεται, θα ήθελα να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου στην Κύπρο. Είναι το πρώτο μέρος που έζησε η μητέρα μου όταν εξορίστηκε από την Τουρκία. Κάθισε νομίζω δύο με δυομιση χρόνια.

 

Ασφαλώς κι εγώ θέλησα να κάνω οικογένεια. Κάποτε το είχα σκεφτεί και προσπάθησα. Κι έφτασα και στον γάµο. Αλλά ξέρεις, οι γυναίκες που χειροκροτούνται, δύσκολα κάνουν σπίτι. Αυτές ανήκουν στον κόσµο. ∆εν ανήκουν ούτε σε σένα, ούτε στην οικογένεια

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v