Είδαμε τη «Νύχτα των Δολοφόνων» στο Θέατρο 104

Είδαμε τη «Νύχτα των Δολοφόνων» στο Θέατρο 104 και πολύ μας άρεσε.

Είδαμε τη «Νύχτα των Δολοφόνων» στο Θέατρο 104

Η «Νύχτα των Δολοφόνων» του Χοσέ Τριάνα έρχεται στο Θέατρο 104 από την ομάδα α-silen[θ]io σε μετάφραση Γιάννη Θηβαίου και σκηνοθεσία Δανάης Κατσαμένη από τις 22 Φεβρουαρίου και κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21:15.

Η «Νύχτα των Δολοφόνων» γράφτηκε το 1964, από τον Κουβανό συγγραφέα Χοσέ Τριάνα, πέντε χρόνια μετά τη νίκη της κουβανικής επανάστασης. Ανέβηκε για πρώτη φορά στην Αβάνα το 1965, μεταφράστηκε και παίχτηκε σε πολλές χώρες του κόσμου. Ο Χοσέ Τριάνα γεννήθηκε στην Καμαγουέη της Κούβας το 1931. Από το 1950 ταξιδεύει στην Ευρώπη. Τον Ιανουάριο του 1959 ο Τριάνα επιστρέφει στην εξεγερμένη Κούβα για να υποστηρίξει την επανάσταση και το 1965 βραβεύεται με το «Premio Casa de las Américas de Teatro» για το έργο «Η Νύχτα των δολοφόνων», έργο που του χαρίζει διεθνή αναγνώριση.

Θέμα μια οικογένεια, μικρογραφία της κοινωνίας, η οποία βρίσκεται σε σήψη. Στον τοίχο σε κάδρο ο Μπατίστα, οι εκτελέσεις, ο Αιζενχάουερ και το Αμερικανικό Καπιτώλιο. Ο Φουλχένσιο Μπατίστα  Κουβανός στρατηγός, Πρόεδρος και δικτάτορας με την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής υπήρξε ηγέτης της Κούβας κατά τα διαστήματα 1933-1944 και 1952-1959, οπότε και τελικά ανατράπηκε με την  επικράτηση της Κουβανικής Επανάστασης( 1952 - 1959) η οποία  τον εκδίωξε από την εξουσία. Αντικαταστάθηκε από μία νέα αριστερή κυβέρνηση, όπου κυριαρχούσε ο Κάστρο, ο οποίος έκοψε τους προηγουμένως ισχυρούς δεσμούς της χώρας με τις Η.Π.Α., απαλλοτριώνοντας τα οικονομικά περιουσιακά στοιχεία και αναπτύσσοντας δεσμούς με τη Σοβιετική Ένωση, με την οποία οι Η.Π.Α. είχε εμπλακεί σε Ψυχρό πόλεμο.

Το έργο είναι πολιτικό, όμως είναι και κοινωνικό και βαθιά φιλοσοφικό.

Οι τρεις ήρωες του Χοσέ Τριάνα  ο Λάλο (Γιώργος Δρίβας) , η  Κούκα (Αριάδνη Μιχαηλάρη) και η Μπέμπα (Βίκυ Λέκκα), τρία αδέλφια,  μέσα από ένα άγριο παιχνίδι εναλλαγής ρόλων, ρισκάρουν, οργανώνουν, δοκιμάζουν τις αντοχές και τα όρια τους με σκοπό τη σύγκρουση και το γκρέμισμα του αναχρονιστικού κατεστημένου, που εκπροσωπείται στην περίπτωσή τους από τους αυστηρούς, δυνάστες γονείς τους. Σειέται το παλιό καθεστώς που δεν αφήνει περιθώρια ανάσας στις νέες ιδέες,  ούτε έδαφος για νέα οράματα. Μπαίνουν ο ένας στη θέση του άλλου, στη θέση των γονιών τους, στη θέση του αστυνόμου, του δικαστή, του τιμωρού και του τιμωρημένου, του δυνάστη και του επαναστάτη.

Κατά τον Μάρτιν Έσσλιν  μέσα από την υπόδυση ρόλων ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του μέσα από πολλαπλούς αντικατοπτρισμούς του εαυτού του, ενώ παράλληλα προσπαθεί να επικοινωνήσει με τους άλλους. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και εδώ που  οι νέοι αυτοί άνθρωποι θέλουν να απαλλαγούν από την καταπίεση που δέχονται. Έχουν βέβαια και τις αναστολές τους, γιατί οι καταπιεστές τους είναι οι γονείς  τους, που παρουσιάζονται σαν χειριστικά τέρατα, αλλά θέλουν να δείξουν ξεκάθαρα αυτό που τους συμβαίνει προκειμένου να δικαιολογηθούν κιόλας, επειδή τα παιδιά επιθυμούν να τους σκοτώσουν. Τα τρία αδέλφια παγιδευμένα στο τραυματικό παρελθόν τους, αδυνατούν να σπάσουν τον φαύλο κύκλο του θύτη και του θύματος και καταφεύγουν σε φαντασιώσεις για να βρουν μια διέξοδο. Κάθε μέρα αναπαριστούν με τρομακτική λεπτομέρεια τον φόνο των γονιών τους. Το παιχνίδι πρέπει να φτάσει στο τέλος, αλλά λείπει το σθένος και η πειθαρχία να το ολοκληρώσουν. Οι γονείς τους πρέπει να πεθάνουν. Ποιος θα φτάσει το θανάσιμο αυτό παιχνίδι ρόλων μέχρι το τέλος χωρίς να λυγίσει;  Όπως στις «Δούλες» του Ζενέ η αγωνία τους είναι να φτάσουν μέχρι την ολοκλήρωση της πράξης. Δεν το κατορθώνουν όμως και κάθε φορά προσπαθούν ξανά και ξανά για να το πετύχουν. 

Η εναλλαγή των ρόλων απαιτεί μεγάλη ικανότητα από τους τρεις ηθοποιούς. Ο  Λάλος (Γιώργος Δρίβας ) βλέπει να καταφθάνουν οι νεκροί γείτονες από την ανοιχτή πόρτα. Η Κούκα (Αριάδνη Μιχαηλάρη), υποχόνδρια, με ένα πατσαβούρι στο χέρι καθαρίζει με εμμονή τα έπιπλα για να φύγει ό,τι άρρωστο υπάρχει πάνω τους, ή για να τα φέρει στην τέλεια κατάσταση, που θα επιθυμούσαν οι γονείς τους. Η  Μπέμπα (Βίκυ Λέκκα) συνδιαλέγεται  με το βλέμμα του τρελού με τους νεκρούς , ενώ ο Λάλος θέλει να αλλάξουν θέση όλα στο σπίτι, τα δωμάτια, οι πίνακες να ανατραπεί ό, τι υπάρχει γύρω τους. Εξαιρετικοί οι ηθοποιοί! Η ερμηνεία τους αν και με πολλές και απότομες εναλλαγές  υπηρετεί απολύτως τις προθέσεις του κειμένου. Υποδέχονται τους νεκρούς και ξέρουν ότι ήρθαν  για να τους πιουν το αίμα. Το παρελθόν που πνίγει, στραγγαλίζει το παρόν και το μέλλον.  Τα παιδιά υποδύονται ακόμα και τους ς νεκρούς όπως τον κύριο Πανταλέων, (Γιώργος Δρίβας) . Αυτά τα φαντάσματα είναι η επίσκεψη των δολοφόνων. Οι γείτονες που πια δεν ζουν, εκπρόσωποι, όπως και οι γονείς της οικογένειας, ενός παλιού και άρρωστου καθεστώτος. 

Τα παιδιά είναι σε απελπισία. Αναγνωρίζουν ότι το σπίτι είναι το τελευταίο τους καταφύγιο και η φυλακή τους. Είναι καταδικασμένοι να γυρνάνε στο σπίτι, σα να είναι έπιπλα,  ή αντικείμενα του σπιτιού. Η Μπέμπα θέλει επιτέλους να κάνει ό, τι της αρέσει. Το σπίτι είναι όλος ο κόσμος της και οι φταίχτες είναι οι γονείς τους. Η Μπέμπα μιλά μάγκικα, σα νταής. Ο Λάλος δεν μπορεί να δραπετεύσει γιατί δεν του το έμαθαν και φοβάται. Κοροϊδεύουν την Κούκα ότι είναι γλείφτρα, που εξυπηρετεί την καθαριότητα του σπιτιού των γονιών.  Παίζουν με γυμνά πόδια και μιλούν για όλα τα υπέροχα πράγματα που υπάρχουν  γύρω τους , όπως τα δέντρα, τα ζώα, η βροχή και εκείνοι δεν μπορούν να τα χααρούν. Νιώθουν οι ίδιοι σαν πεθαμένοι.   Ο Λάλος τους λέει, ενώ παίζει με ένα μαχαίρι, ότι αν τον βοηθούσαν θα μπορούσε να γίνει ένα αρπακτικό πουλί. El fin del mundo- το τέλος του κόσμου πλησιάζει λέει με βλέμμα τρελού η Μπέμπα και συνεχίζει προοικονομώντας ότι « αυτή η νεολαία, έχει κάτι σάπιο στο αίμα της, κάτι που έρχεται από πολύ μακριά. »  Ανακοινώνεται ότι νέος 30 χρονών σκότωσε τους γονείς του. Ο Λάλος (Γιώργος Δρίβας) στη θέση του πατέρα του,  Αλμπέρτο. Μεταμορφώνεται σε ένα απεχθές άτομο, ένα τέρας, που ελέγχει και κατηγορεί τον γιο του. Ελέγχει τον λόγο και την σκέψη των παιδιών. Η σκηνή θυμίζει απολύτως τις « Δούλες» του Ζενέ, όταν εκείνες ενδύονται τον ρόλο της Κυρίας.  Εξαιρετικός και στο ρόλο αυτόν ο Γιώργος Δρίβας. Τα κάδρα στο σπίτι αρχίζουν να γέρνουν. Κάτι αλλάζει. Τους έχουν συλλάβει και τους βασανίζουν για να ομολογήσουν ότι σκότωσαν τους γονείς τους. « Γιατί μας πέρασες για τίποτα καραγκιοζάκια στους τοίχους;» Η επανάσταση δεν είναι αστεία. Στο δικαστήριο έχουν την ευκαιρία να χλευάσουν την δικαιοσύνη, την ανύπαρκτη δικαιοσύνη την εποχή του Μπατίστα. Πρόκειται για τους ειδεχθέστερους δολοφόνους της ιστορίας, μόνο και μόνο επειδή ήθελαν να ζήσουν. Η Μπέμπα αναποδογυρίζει εντελώς τους πίνακες.  Το να σκοτώσουν τους γονείς ήταν ο μόνος δρόμος. Και οι δυο γονείς ήταν το ίδιο απαίσιοι. Ο ένας κατηγορεί τον άλλον. Το παιχνίδι ρόλων ελευθερώνει τον καταπιεσμένο εσωτερικό κόσμο. Απελευθερώνει τα  απωθημένα και τον θυμό. Εξιλεώνει. Ακόμα και στο παιχνίδι φανερώθηκε ότι όλοι μας  κλείνουμε μέσα μας ένα δολοφόνο.

Στην άρρωστη αυτή κατάσταση μόνη οδός να γκρεμιστεί το σπίτι.  Ό, τι και γίνεται  καθώς γκρεμίζεται ευφυώς το Καπιτώλιο. Ανακούφιση. Ίσως βέβαια  να υπήρχε η εναλλακτική της αγάπης, αλλά όχι αυτό θα είχε φανεί εξαρχής. Δύσκολη η επικοινωνία και αδύνατες οι υποχωρήσεις και οι συμβιβασμοί.

Απολαύσαμε εξαιρετικές ερμηνείες και τπο τους τρεις ηθοποιούς. Τον  Γιώργο Δρίβας (Λάλος), τη Βίκυ Λέκκα (Μπέμπα) και την  Αριάδνη Μιχαηλάρη (Κούκα).

Από το ξεκίνημα της παράστασης,  τα tableaux vivants ήταν ενδεικτικά της ροής του έργου και της συνεχόμενης εναλλαγής των ρόλων και των χώρων.  Κομβικό ρόλο έπαιξε η επιμέλεια κίνησης της Άννας Λιανοπούλου. Η κίνηση γρήγορη, ενδεικτική για τον ρόλο και την συμπεριφορά του. Η σκηνοθεσία της Δανάης Κατσαμένη με λιτό και ουσιαστικό τρόπο ανέδειξε τον λόγο του Χοσέ Τριάνα. Η Μουσική του Δημήτρη Ανδρονιάδης, άλλοτε επαναστατική, άλλοτε επική προώθησε την ερμηνεία των ηθοποιών.

Αυτό που πρέπει να σημειωθεί για την παράσταση αυτή είναι οι αποκαλυπτικές ερμηνείες, που φανέρωσαν την βαθιά αναζήτηση των ηθοποιών και την εύστοχη εκδήλωσή της.

Μια παράσταση πάνω σε ένα έργο που μοιάζει επίκαιρο και πολύ γνώριμο.

Ταυτότητα της παράστασης

Κείμενο: Χοσέ Τριάνα
Σκηνοθεσία: Δανάη Κατσαμένη
Μετάφραση: Γιάννης Θηβαίος
Σχεδιασμός Φωτισμών: Μανώλης Μπράτσης
Μουσική Σύνθεση: Δημήτρης Ανδρονιάδης
Επιμέλεια Κίνησης: Άννα Λιανοπούλου

Ερμηνεία
Γιώργος Δρίβας:Λάλος

Βίκυ Λέκκα:Μπέμπα

Αριάδνη Μιχαηλάρη:Κούκα


Φωτογραφίες: Λοΐζος Καμπούρης, Άκης Βαλεργάκης
Graphic design: Αριάδνη Μιχαηλάρη

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v