Η Άννα, 43 ετών, πέρασε τρεις εβδομάδες στην Μιανμάρ –ή Βιρμανία, αν προτιμάτε την original, προ δικτατορίας ονομασία της. «Για τα ρουμπίνια» αστειεύεται όταν την ρωτάμε γιατί διάλεξε τον συγκεκριμένο προορισμό. «Γιατί είχα δει εξαιρετικές φωτογραφίες» προσθέτει.
Κάθε αρχή και δύσκολη (;)
«Στην Ινδοκίνα δεν χρειάζονται εμβόλια, επειδή τα βασικά τα έχουμε ήδη κάνει από την παιδική μας ηλικία. Μόνο ανθελονοσιακά φάρμακα, αν πηγαίνεις σε περίοδο βροχών. Η πληροφόρηση είναι εξαιρετικά δύσκολη, όπως εξαιρετικά δύσκολη ήταν και η διαδικασία για την έκδοση βίζας. Για ασφάλιση, βέβαια, ούτε λόγος» λέει η Άννα.
«Το ταξίδι στοίχισε ελάχιστα: κάτι παραπάνω από 1500 ευρώ, το 2001. Το ξενοδοχείο 4 αστέρων κόστιζε 30 δολάρια και το αεροπορικό εισιτήριο δίωρης πτήσης 27 δολάρια. Όσο για το φαγητό, με ένα ευρώ απολάμβανες λουκούλλειο γεύμα σε πολυτελές εστιατόριο».
Η ομορφιά στο βλέμμα του παρατηρητή
«Η τεράστια γαλάζια λίμνη Ίνλε, με τα "έλατα" κάτω από το νερό, τις καλλιέργειες με ορχιδέες και τα σπίτια πάνω σε πασσάλους» είναι η πρώτη εικόνα που περιγράφει η Άννα από το ταξίδι της. «Μου άρεσε επίσης πολύ το Μπαγκάν με τις 4.000 στούπες (σ.σ. είδος λατρευτικού ναού) και παγόδες που αποτελούν προστατευόμενο μνημείο πολιτισμικής κληρονομιάς της UNESCO».
«Ο τόπος έχει ειδυλλιακές ομορφιές, η φύση παραπέμπει σε άγρια ζούγκλα, με πυκνή βλάστηση, σπηλιές, ποτάμια, λίμνες, τροπικές παραλίες κλπ. Οι άνθρωποι είναι εξαιρετικά καλοί και φιλικοί. Προσμένουν κάτι, τον Θεό πιθανότατα, να τους απαλλάξει από τον "ζυγό" τους, και προσπαθούν να επιβιώσουν σε μια κοινωνία που έχει μείνει στα τέλη του 19ου, ούτε καν στον 20ο αιώνα. Λόγω έντονης θρησκευτικότητας, έχουν φτιάξει πραγματικά αριστουργήματα –παγόδες και στούπες– και με τις προσφορές τους έχουν φτάσει να επιχρυσώνουν κυριολεκτικά τρούλους και αγάλματα Βούδα σε διάφορες στάσεις, ανάλογα με το μήνυμα που θέλουν να στείλουν ως αίτημα στον Θεό. Επίσης, είναι εξαιρετικές οι τεχνικές που έχουν αναπτύξει στη χρήση των μπαμπού, με τα οποία φτιάχνουν από βάρκες –για να ξεπερνούν τα νερά της πλημμύρας ή να πλέουν στις λίμνες και τα ποτάμια– μέχρι είδη οικιακής χρήσης, φλιτζάνια, ποτήρια, πιάτα κλπ».
«Θα προέτρεπα κάποιον να κάνει το συγκεκριμένο ταξίδι γιατί είναι πραγματικά μια από τις ωραιότερες χώρες του κόσμου σε επίπεδο φυσικής ομορφιάς, και εξαιρετικά ασφαλής. Από την άλλη, σε οδηγεί να σκεφτείς τα "βασικά" στοιχεία τη ζωής, χωρίς τις εξάρσεις και την ένταση που σου προκαλούν μέρη όπως η Ινδία με τις τεράστιες ανισότητες» λέει η Άννα. «Στη Βιρμανία, ο φυσικός πλούτος (έχει εξαιρετικά κοιτάσματα πολύτιμων λίθων) αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης από το κράτος. Το σύνολο του πληθυσμού είναι φτωχοί και ο πλούτος δεν είναι προκλητικός, είναι εξαιρετικά κρυμμένος. Όμως διατηρούν το χαμόγελο, απαλλαγμένο από δεύτερες σκέψεις εκμετάλλευσης του τουρίστα, δημιουργώντας σου την άνεση να κινηθείς. Και για τους ίδιους, πάντα υπάρχουν τα μοναστήρια, που αναλαμβάνουν να "σώσουν" από το λιμό, αυτούς που πεινούν πραγματικά. Γίνεται καθημερινά δύο φορές την ημέρα συλλογή φαγητού από μοναχούς και προσφέρονται συσσίτια, σε όσους δεν κατάφεραν να "βγάλουν" τον άρτο τον επιούσιο».
Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού
«Οι δυσκολίες που δημιουργεί η δικτατορία στη χώρα» ήταν από τα «αρνητικά» του ταξιδιού της Άννας. «Ως ταξιδιώτης απαγορεύεται να επισκεφθείς πόλεις εκτός των προβεβλημένων και "ανοικτών" για τους ξένους. Υπάρχουν απαγορεύσεις στις διαδρομές με αυτοκίνητο, απαγορεύσεις σε γυναίκες να προσεγγίσουν διάφορα μέρη. Και, βέβαια, οι κάτοικοι αντιμετωπίζουν φοβερές δυσκολίες, πέρα από τη φτώχεια τους».
Στοπ καρέ: Στιγμιότυπα από ένα ταξίδι ζωής
«Έχει βρέξει, οι δρόμοι έχουν πλημμυρίσει, κι εγώ ψάχνω τον αντίστοιχο ΟΤΕ για να τηλεφωνήσω σπίτι μου. Μόνο από κει μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε, και μας έκαναν αυτή τη... "χάρη", επειδή ήμαστε ξένοι» διηγείται η Άννα. «Στον δρόμο βρίσκω μια κυρία περίπου 70-80 ετών (είναι ακαθόριστη η ηλικία της φυλής αυτής). Βρίσκεται στο κατώφλι του σπιτιού της, κρατάει ένα πούρο στο χέρι και χαμογελά στο σάστισμά μου πώς να περάσω τα νερά: πρέπει να αποφασίσω αν θα μπω μέχρι το γόνατο ή θα περιμένω μια - δυο ώρες να φύγουν τα νερά, οπότε θα έχει κλείσει ο ΟΤΕ. Η κυρία μου ζητά να τη φωτογραφήσω. Το κάνω. Μπαίνει μέσα στο σπίτι της, μου φέρνει γραμμένη τη διεύθυνση και περιμένει να της στείλω τη φωτογραφία. Είναι η διάθεσή της να επικοινωνήσει με τον κόσμο, να στείλει μήνυμα, μέσω των τουριστών, για την κατάστασή τους. Όλοι οι άνθρωποι εκεί επιδιώκουν αυτό το μήνυμα, γιατί οι τουρίστες είναι ο μόνος τρόπος και για να επιβιώσουν, αλλά και για να "κυκλοφορήσουν" τα νέα της ζωής τους. Και να λάβουμε υπ’ όψιν ότι για τους Βουδιστές, η φωτογραφία συνδέεται με την ψυχή του εικονιζομένου, άρα δεν τη διαθέτουν εύκολα στον οποιονδήποτε».
Τελικά…
«Υπάρχουν μέρη που μας αλλάζουν. Η Βιρμανία μπορεί να σε αλλάξει, αν δεν έχεις συνειδητοποιήσει ποια είναι τα "βασικά" απαιτούμενα στη ζωή» λέει η Άννα. «Για μένα δεν ήταν τέτοιο ταξίδι, όμως για πολλά χρόνια μετά, διαπιστώνω με ευχαρίστηση την θετική ενέργεια του τόπου, η οποία διαρκεί ακόμη, ήπια, ήρεμη και ζεστή».
Κάθε αρχή και δύσκολη (;)
«Στην Ινδοκίνα δεν χρειάζονται εμβόλια, επειδή τα βασικά τα έχουμε ήδη κάνει από την παιδική μας ηλικία. Μόνο ανθελονοσιακά φάρμακα, αν πηγαίνεις σε περίοδο βροχών. Η πληροφόρηση είναι εξαιρετικά δύσκολη, όπως εξαιρετικά δύσκολη ήταν και η διαδικασία για την έκδοση βίζας. Για ασφάλιση, βέβαια, ούτε λόγος» λέει η Άννα.
«Το ταξίδι στοίχισε ελάχιστα: κάτι παραπάνω από 1500 ευρώ, το 2001. Το ξενοδοχείο 4 αστέρων κόστιζε 30 δολάρια και το αεροπορικό εισιτήριο δίωρης πτήσης 27 δολάρια. Όσο για το φαγητό, με ένα ευρώ απολάμβανες λουκούλλειο γεύμα σε πολυτελές εστιατόριο».
Η ομορφιά στο βλέμμα του παρατηρητή
«Η τεράστια γαλάζια λίμνη Ίνλε, με τα "έλατα" κάτω από το νερό, τις καλλιέργειες με ορχιδέες και τα σπίτια πάνω σε πασσάλους» είναι η πρώτη εικόνα που περιγράφει η Άννα από το ταξίδι της. «Μου άρεσε επίσης πολύ το Μπαγκάν με τις 4.000 στούπες (σ.σ. είδος λατρευτικού ναού) και παγόδες που αποτελούν προστατευόμενο μνημείο πολιτισμικής κληρονομιάς της UNESCO».
«Ο τόπος έχει ειδυλλιακές ομορφιές, η φύση παραπέμπει σε άγρια ζούγκλα, με πυκνή βλάστηση, σπηλιές, ποτάμια, λίμνες, τροπικές παραλίες κλπ. Οι άνθρωποι είναι εξαιρετικά καλοί και φιλικοί. Προσμένουν κάτι, τον Θεό πιθανότατα, να τους απαλλάξει από τον "ζυγό" τους, και προσπαθούν να επιβιώσουν σε μια κοινωνία που έχει μείνει στα τέλη του 19ου, ούτε καν στον 20ο αιώνα. Λόγω έντονης θρησκευτικότητας, έχουν φτιάξει πραγματικά αριστουργήματα –παγόδες και στούπες– και με τις προσφορές τους έχουν φτάσει να επιχρυσώνουν κυριολεκτικά τρούλους και αγάλματα Βούδα σε διάφορες στάσεις, ανάλογα με το μήνυμα που θέλουν να στείλουν ως αίτημα στον Θεό. Επίσης, είναι εξαιρετικές οι τεχνικές που έχουν αναπτύξει στη χρήση των μπαμπού, με τα οποία φτιάχνουν από βάρκες –για να ξεπερνούν τα νερά της πλημμύρας ή να πλέουν στις λίμνες και τα ποτάμια– μέχρι είδη οικιακής χρήσης, φλιτζάνια, ποτήρια, πιάτα κλπ».
«Θα προέτρεπα κάποιον να κάνει το συγκεκριμένο ταξίδι γιατί είναι πραγματικά μια από τις ωραιότερες χώρες του κόσμου σε επίπεδο φυσικής ομορφιάς, και εξαιρετικά ασφαλής. Από την άλλη, σε οδηγεί να σκεφτείς τα "βασικά" στοιχεία τη ζωής, χωρίς τις εξάρσεις και την ένταση που σου προκαλούν μέρη όπως η Ινδία με τις τεράστιες ανισότητες» λέει η Άννα. «Στη Βιρμανία, ο φυσικός πλούτος (έχει εξαιρετικά κοιτάσματα πολύτιμων λίθων) αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης από το κράτος. Το σύνολο του πληθυσμού είναι φτωχοί και ο πλούτος δεν είναι προκλητικός, είναι εξαιρετικά κρυμμένος. Όμως διατηρούν το χαμόγελο, απαλλαγμένο από δεύτερες σκέψεις εκμετάλλευσης του τουρίστα, δημιουργώντας σου την άνεση να κινηθείς. Και για τους ίδιους, πάντα υπάρχουν τα μοναστήρια, που αναλαμβάνουν να "σώσουν" από το λιμό, αυτούς που πεινούν πραγματικά. Γίνεται καθημερινά δύο φορές την ημέρα συλλογή φαγητού από μοναχούς και προσφέρονται συσσίτια, σε όσους δεν κατάφεραν να "βγάλουν" τον άρτο τον επιούσιο».
Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού
«Οι δυσκολίες που δημιουργεί η δικτατορία στη χώρα» ήταν από τα «αρνητικά» του ταξιδιού της Άννας. «Ως ταξιδιώτης απαγορεύεται να επισκεφθείς πόλεις εκτός των προβεβλημένων και "ανοικτών" για τους ξένους. Υπάρχουν απαγορεύσεις στις διαδρομές με αυτοκίνητο, απαγορεύσεις σε γυναίκες να προσεγγίσουν διάφορα μέρη. Και, βέβαια, οι κάτοικοι αντιμετωπίζουν φοβερές δυσκολίες, πέρα από τη φτώχεια τους».
Στοπ καρέ: Στιγμιότυπα από ένα ταξίδι ζωής
«Έχει βρέξει, οι δρόμοι έχουν πλημμυρίσει, κι εγώ ψάχνω τον αντίστοιχο ΟΤΕ για να τηλεφωνήσω σπίτι μου. Μόνο από κει μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε, και μας έκαναν αυτή τη... "χάρη", επειδή ήμαστε ξένοι» διηγείται η Άννα. «Στον δρόμο βρίσκω μια κυρία περίπου 70-80 ετών (είναι ακαθόριστη η ηλικία της φυλής αυτής). Βρίσκεται στο κατώφλι του σπιτιού της, κρατάει ένα πούρο στο χέρι και χαμογελά στο σάστισμά μου πώς να περάσω τα νερά: πρέπει να αποφασίσω αν θα μπω μέχρι το γόνατο ή θα περιμένω μια - δυο ώρες να φύγουν τα νερά, οπότε θα έχει κλείσει ο ΟΤΕ. Η κυρία μου ζητά να τη φωτογραφήσω. Το κάνω. Μπαίνει μέσα στο σπίτι της, μου φέρνει γραμμένη τη διεύθυνση και περιμένει να της στείλω τη φωτογραφία. Είναι η διάθεσή της να επικοινωνήσει με τον κόσμο, να στείλει μήνυμα, μέσω των τουριστών, για την κατάστασή τους. Όλοι οι άνθρωποι εκεί επιδιώκουν αυτό το μήνυμα, γιατί οι τουρίστες είναι ο μόνος τρόπος και για να επιβιώσουν, αλλά και για να "κυκλοφορήσουν" τα νέα της ζωής τους. Και να λάβουμε υπ’ όψιν ότι για τους Βουδιστές, η φωτογραφία συνδέεται με την ψυχή του εικονιζομένου, άρα δεν τη διαθέτουν εύκολα στον οποιονδήποτε».
Τελικά…
«Υπάρχουν μέρη που μας αλλάζουν. Η Βιρμανία μπορεί να σε αλλάξει, αν δεν έχεις συνειδητοποιήσει ποια είναι τα "βασικά" απαιτούμενα στη ζωή» λέει η Άννα. «Για μένα δεν ήταν τέτοιο ταξίδι, όμως για πολλά χρόνια μετά, διαπιστώνω με ευχαρίστηση την θετική ενέργεια του τόπου, η οποία διαρκεί ακόμη, ήπια, ήρεμη και ζεστή».