Λίγη ζωή: Η αμερικανική λογοτεχνία στα καλύτερά της
Βαρύ και πολυσύνθετο, το βιβλίο της Hanya Yanagihara που συζητιέται τελευταία πολύ, αξίζει όλο τον χρόνο που θα χρειαστεί να του αφιερώσετε.
Παλαιότερο των 360 ημερών
Πριν το διαβάσω:
Γιατί το διάλεξα; Επειδή προβλήθηκε ως άλλο ένα magnum opus της αμερικάνικης λογοτεχνίας, που αξίζει να διαβαστεί, με βραβεύσεις και θετικότατες κριτικές. Τελικά συνειδητοποιώ ότι, ενώ η σύγχρονη αμερικανική πεζογραφία μου φαίνεται ότι ακολουθεί έναν δικό της δρόμο που δεν συνάδει με τον ελληνικό - ευρωπαϊκό πολιτισμικό κώδικα, εγώ ψάχνω κάθε φορά το βιβλίο που θα σπάσει αυτή την “προκατάληψη”.
Καθώς το διάβαζα:
Το μυθιστόρημα απλώνεται αχανώς σε κοντά 900 σελίδες μεγάλου μεγέθους, το οποίο βαραίνει το γυαλί στο κομοδίνο μου σαν βαρύ κειμήλιο που πρέπει να διαπεράσω μέχρι τέλους. Κι αποφάσισα να βάλω έναν συγκεκριμένο ρυθμό στο διάβασμά μου: αρχής γενομένης από την 1η Φεβρουαρίου 2017 θα διαβάζω είκοσι σελίδες κάθε βράδυ, ώστε να το τελειώσω σε 45 μέρες, σε ενάμιση μήνα . Ώστε να το στραγγίσω λίγο λίγο.
Το μυθιστόρημα ξεκινά με τέσσερις φίλους που ζουν και συγχρωτίζονται μέσα στην αφραγκία τους, παρ' όλο που κάποιοι έχουν πλούσιο σπίτι και άλλοι απλώς μεγάλες προσδοκίες από τη ζωή. Ο ευγενής, ωραίος Γουίλεμ, επίδοξος ηθοποιός, ο Τζέι Μπι, μαύρος ζωγράφος από το Μπρούκλιν, που θέλει να ανέβει στον χώρο του. Μαύρος είναι και ο Μάλκομ, αρχιτέκτονας, που αντιμετωπίζει προβλήματα (ή καλύτερα διλήμματα) ταυτότητας. Όλοι όμως φαίνεται από τις πρώτες διακόσιες σελίδες περιστρέφονται σαν δορυφόροι γύρω από τον Τζουντ, τον πιο αινιγματικό αλλά και ευφυή χαρακτήρα…
Γιατί ο Τζουντ κόβεται αυτοβούλως στα χέρια και χαρακώνεται μέχρι (παρ’ ολίγο) τον θάνατο; Ποιο παρελθόν και ποιους γονείς κρύβει στο ράντζο που μεγάλωσε; Ή στο μοναστήρι; Ή στο άσυλο; Κατάλαβα καλά, αλλά ξέρει υψηλού επιπέδου μαθηματικά (που σπούδασε), ενώ είναι ανερχόμενος δικηγόρος; Γιατί κουτσαίνει από το ένα πόδι με ένα έλκος που στάζει πύον; Το μυστήριο δεν είναι φτηνό, τύπου αστυνομικoύ μυθιστορήματος, αλλά κοινωνικό και υπαρξιακό με κέντρο τον Τζουντ. Ο τύπος φαίνεται ενδιαφέρων, φαίνεται να σκάει έξω από το ογκώδες βιβλίο και να μας τραβάει από το μανίκι…
Είναι στην ουσία μια τραγική φιγούρα με πολλά ταλέντα αλλά και πολλά τραύματα, που τον ωθούν στη μοναξιά (μια μοναξιά σκληρή, που τον οδηγεί σε έναν αδιέξοδο δεσμό με τον Κέιλεμπ), στην αυτοχαράκωση, στην επιλογή λανθασμένου ομόφυλου συντρόφου, ο οποίος τον δέρνει, στον φαύλο κύκλο της αυτολύπησης και της αυτοτιμωρίας. Κάπου πλανάται η ιδέα ότι μικρός κακοποιήθηκε και περιμένουμε να δούμε αν αυτό έγινε στο μοναστήρι που μεγάλωσε, όπου ούτως ή άλλως τον ταλαιπωρούσαν, ή μετά. Η εστίαση σ’ αυτόν και η σχετική περιθωριοποίηση των άλλων τριών εκ μέρους της συγγραφέως πετυχαίνει απόλυτα, καθώς ο Τζουντ αναδεικνύεται ως ο κατεξοχήν χαρακτήρας που κρύβει ενοχικά μυστικά και ταυτόχρονα προβάλλεται ως το θύμα που αναζητά τη λύτρωση κι εμείς την κάθαρση μέσω της γνώσης και της ενσυναίσθησης.
Δύο θέματα απλώνονται, καθώς εξελίσσεται το βιβλίο, και διαπλέκονται μεταξύ τους. Από τη μια, η ομοφυλοφιλία του Τζουντ, που στην αρχή τον ρίχνει στα χέρια του βίαιου Κέιλεμπ κι έπειτα στην αγκαλιά του φίλου του Γουίλεμ, που τον συμπονά και τον συντρέχει. Η ομοφυλόφιλη τάση προέρχεται, όπως φαίνεται από τις αναδρομές του μυθιστορήματος, από τον αδελφό Λουκ που είχε μαζί του τον μικρό Τζουντ, έκανε έρωτα μαζί του και τον εξέδιδε με σκοπό το χρήμα. Μαθαίνοντας έτσι, ο Τζουντ αποδέχεται τον ομόφυλο ερωτισμό και τον εφαρμόζει άλλοτε αυτοκαταστροφικά κι άλλοτε αυτοπροστατευτικά. Το δεύτερο θέμα, αυτό της αυτοχαράκωσης, είναι πολύ πρόσφορο για ψυχαναλυτικές και κοινωνικές ερμηνείες, και, κατά τη γνώμη μου, δίνει ένταση, συγκίνηση και βάθος στο πώς βλέπουμε το πρόσωπο του πρωταγωνιστή.
Αφού το διάβασα:
Ογκώδες αλλά μάλλον ελάχιστα φλύαρο. Κάθε σελίδα ξετυλίγει και μια πτυχή σε μια κλίμακα που φτάνει σταδιακά στην αποκορύφωση. Βαρύ αλλά μάλλον η δίνη που δημιουργεί είναι ανάλογη με το βάρος του. Κάθε σκηνή σε βάζει και πιο βαθιά στον τραγικό τυφώνα της ανθρώπινης παθογένειας.