Η γραφή του κόσμου: Οδοιπορικό στην αυγή του Μεσαίωνα

Ο François Taillandier γράφει ένα ιστορικό μυθιστόρημα για την Ευρώπη μετά την πτώση της Ρώμης, αλλά καταλήγει να παραδώσει ένα εκλαϊκευμένο εγχειρίδιο Ιστοριογραφίας.
Η γραφή του κόσμου: Οδοιπορικό στην αυγή του Μεσαίωνα
Η πρώτη εντύπωση από την πορεία του εξηνταπεντάχρονου Μάγνου Αυρήλιου Κασσιόδωρου από τη Ραβέννα στο Σκυλλάκιο της Νότιας Ιταλίας είναι ότι θα διαβάσουμε έναν συνδυασμό ιστορικού μυθιστορήματος και φιλοσοφικής ενατένισης των εγκοσμίων. Κι αυτό γιατί βρισκόμαστε το 550 μ.Χ., όταν ο Ιουστινιανός ναι μεν είχε ανακαταλάβει βυζαντινά εδάφη σε Ιταλία και Ισπανία, αλλά όλοι έβλεπαν ότι αυτό ήταν μια πρόσκαιρη αναλαμπή μπροστά στη διάλυση λ.χ. της Ρώμης και στην επέλαση, στην αναπόφευκτη επέλαση, δεκάδων βαρβαρικών φυλών. Κι από την άλλη ο “συνταξιούχος” πλέον συγκλητικός διέρχεται την Ιταλία σε τέτοια ηλικία που ίσως να μην προλάβει να κάνει άλλο ταξίδι στη ζωή του.

Ο κεντρικός χαρακτήρας είναι υπαρκτό πρόσωπο, φυσικά δευτερεύον, ώστε να μπορεί να γίνει μυθοπλαστικός χαρακτήρας, με όλη την ελευθερία που αφήνουν τα κενά της Ιστορίας. Πρόκειται για τον Φλάβιο Μάγνο Αυρήλιο Κασσιόδωρο, που έζησε τον 6ο μ.Χ. στην αυλή του βασιλιά Θεοδώριχου στη Ραβέννα. Μαζί μ’ αυτόν, παρακολουθούμε την ιστορία της πρώην Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, τόσο στο Ανατολικό σκέλος της με τον Ιουστιανιανό όσο και στο Δυτικό με τους Γότθους εισβολείς. Η αλήθεια είναι ότι η ιστορική αφήγηση καταλαμβάνει μεγάλη έκταση μέσα στο μυθιστόρημα και το ύφος της σ’ αυτές τις σελίδες είναι καθαρά επιστημονικό με μικρές λογοτεχνικές πινελιές. Ξαναγυρίζουμε δηλαδή στο ιστορικό μυθιστόρημα της εποχής του Γουόλτερ Σκοτ, όταν η μυθοπλασία συναγωνιζόταν σε θετικισμό και ακρίβεια την ιστοριογραφία.

Στόχος του Ταγιαντέ, τον οποίο επιτυγχάνει επαρκώς, είναι να αναπλάσει την ατμόσφαιρα μιας άκρως μεταβατικής περιόδου: Ο παλιός κόσμος της Ρώμης πεθαίνει και στη θέση του αναφύονται οι λαοί της μετέπειτα Ευρώπης, ενώ ο Χριστιανισμός, με όλες τις παλινωδίες του και τις αιρέσεις του, εγκαθιδρύεται σε Ανατολή και Δύση. Από τη μία η παρακμή της κλασικής ρωμαϊκής αίγλης, την οποία διαδέχται ο μεσαίωνας της βαρβαρικής επικράτησης, κι από την άλλη η νέα τάξη πραγμάτων στο μακρινό Βυζάντιο. Προχωράμε μαζί με τον Κασσιόδωρο προς μια ιστορική αποτελμάτωση, ένα χάος πολιτικής και πολιτισμού, μια βαλτώδη περιοχή γεμάτη κινούμενη άμμο, ασταθή εδάφη, ανεξερεύνητα μονοπάτια.

Ο φιλοσοφικός τόνος μάλλον αποδεικνύεται πολιτικός (πολιτικοκοινωνικός), καθώς η ματιά του Μάγνου Αυρήλιου συλλαμβάνει τις αλλαγές και προσπαθεί να τις εξηγήσει και να ορίσει τον εαυτό του μέσα σ’ αυτές.

Στο δεύτερο μέρος, ο Λέανδρος εξ Ισπανίας βρίσκεται σε ένα μοναστήρι στο Σκυλλάκιο και συνεχίζει, όχι σε πολιτικό, αλλά σε πνευματικό και θρησκευτικό επίπεδο την ιστορία του Μάγνου Αυρήλιου. Κι αυτός πραγματικό πρόσωπο, ενσαρκώνει στο μυθιστόρημα του Ταγιαντέ την πνευματικότητα μιας εποχής μεταβατικής, που προβληματίζεται για τον κόσμο, για την αλήθεια, για τον άνθρωπο και τα επιτεύγματά του, όπως τη γλώσσα και τα μυστήριά της. Αυτό το μέρος είναι πολύ πιο αργό, πιο στάσιμο, σαν στάσιμο τραγωδίας που λειτουργεί εν μέρει ελεγειακά αλλά συνάμα σταματά τη δράση και νωχελικά περιγράφει και στοχάζεται. Εκεί κάπου κουράστηκα…

Το τρίτο και τελευταίο μέρος αφορά τη Θεολίνδα, νεαρή βασίλισσα των Λογγοβάρδων της Βόρειας Ιταλίας, που χήρεψε πολύ νέα και αναγκάστηκε να επωμιστεί το βάρος του θρόνου. Γύρω της καταγράφονται όλοι οι ηγεμόνες και ηγεμονίσκοι της Ευρώπης, Γότθοι, Βαυαροί, Φράγκοι κ.ο.κ., ο Πάπας και η δύναμή του, το Βυζάντιο και οι βλέψεις του, οι θρησκευτικές έριδες ανάμεσα στη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη αλλά και τις αιρέσεις με πρώτη τον Αρειανισμό, οι ανακατατάξεις εν γένει των βασιλείων, των εδαφών και των συμμαχιών.

Συμπεράσματα:
1. Ο Ταγιαντέ γράφει μια μυθοποιημένη ιστορία, με την ακρίβεια της ιστοριογραφίας (ακόμα και οι χρονολογίες είναι ρητές, σαν να μη γράφει μυθιστόρημα) και με την αφηγηματικότητα της μυθοπλασίας. Ο αναγνώστης διαβάζει μια εύπεπτη υπόθεση, αλλά συνάμα βλέπει την άγνωστη Ιστορία ονομάτων και πρωτόγνωρων βασιλείων που αλλάζουν ρευστά και ασχημάτιστα.
2. Ο τίτλος “η γραφή του κόσμου” νομίζω ότι παραπέμπει στη γραφή της Ευρώπης και του γνωστού σε μας σήμερα πολιτισμού της. Με μια δυτικογενή ματιά ο συγγραφέας ανατρέχει στους πρώτους αιώνες της γερμανικής Ευρώπης, μετά τον κλονισμό της Ρώμης, για να ιχνηλατήσει το ημίρευστο μάγμα λαών, θρησκειών και βασιλείων που σχηματίζονται και καταρρέουν μέχρι να εδραιωθούν μικρότερα και μεγαλύτερα κράτη. Σε ονόματα από ένα αχαρτογράφητο τοπίο στηρίζονται οι μετέπειτα αυτοκρατορίες, οι θρησκευτικές παγιώσεις, ο χαρακτήρας της Γηραιάς Ηπείρου που μετεξελίσσεται.

Χάρηκα το βιβλίο γιατί έμαθα πολλά μέσα από μια ευχάριστη ανάγνωση, πιάστηκα από “βάρβαρα” ονόματα (πόσοι ηγεμόνες είχαν κατάληξη -ούλφος; Φαντάζομαι ότι πρόκειται για το wolf/ wulf, δηλαδή λύκος). Έμαθα ιστορία, στάθηκα στις διπλωματικές ενέργειες, διέτρεξα μια άγνωστη “ημιπρωτόγονη” εποχή, μια μεσαιωνική φάση αλλαγών και ανακινήσεων. Έμεινε όμως μετέωρο το ερώτημα αν αυτή η ιστορική μυθιστορηματογραφία εκπέμπει λογοτεχνικότητα ή είναι ένα εκλαϊκευμένο εγχειρίδιο Ιστοριογραφίας.

Ο blogger Πατριάρχης Φώτιος


François Taillandier
“Η γραφή του κόσμου”
μετ. Α. Κωσταράκου
εκδόσεις Πόλις
2015
σελ. 262
τιμή: 15,00
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v