Ο Έλγιν, τα γλυπτά του Παρθενώνα και οι ιστορίες τους
Ποιος ήταν ο Λόρδος Έλγιν, και πώς βρέθηκε μια μέρα να ξηλώνει γλυπτά από τον Παρθενώνα; Μια ψύχραιμη (ελπίζουμε) ματιά στην Ιστορία.
Παλαιότερο των 360 ημερών
της Ηρώς Κουνάδη
Υπάρχει μια άποψη που λέει ότι η πολιτιστική κληρονομιά είναι παγκόσμια, και ότι η Ιστορία (πρέπει να) βρίσκεται παντού, όχι μόνο στα σημεία που γράφτηκε. Σεβαστή. Υπάρχει και μια άλλη άποψη, εκείνη που απαιτεί, φωναχτά, σθεναρά και επίμονα να επιστρέψουν στην Αθήνα τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Άποψη που συμμερίζεται, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έρευνα, το 93% των Ελλήνων. Σεβαστή και αυτή.
Το πρόβλημα ξεκινά λίγο παρακάτω, σε μια από τις επόμενες ερωτήσεις της εν λόγω έρευνας: Πού βρίσκονται αυτή τη στιγμή τα γλυπτά του Παρθενώνα; Από ποιον ζητά το 93% των Ελλήνων να του δώσει πίσω τα γλυπτά του; Ένα απελπιστικά χαμηλό ποσοστό της τάξης του 23% απάντησε σωστά, στο Βρετανικό Μουσείο.
Αν είχε συμπεριληφθεί στην έρευνα η ερώτηση «τι εννοεί η βρετανική κυβέρνηση όταν απαντά στα αιτήματά μας πως τα γλυπτά του Παρθενώνα αποκτήθηκαν με νόμιμο τρόπο;» θα είχαμε μείνει όλοι μετεξεταστέοι. Ή χειρότερα: Θα είχαμε ακούσει ένα ανησυχητικά υψηλό ποσοστό να απαντά με κραυγές ότι είναι ψεύτες, βάρβαροι και απολίτιστοι που κρέμονταν από τα δέντρα και λοιπά.
Για να μην βρεθούμε βουβοί, ή χειρότερα αναγκασμένοι να χρησιμοποιήσουμε τέτοια μη-επιχειρήματα στην επόμενη έρευνα (ή στην επόμενη συζήτηση νέο-καφενείου, μιας και το θέμα είναι επίκαιρο χάρη στην ολοκαίνουρια καμπάνια για την επιστροφή των γλυπτών) αποφασίσαμε να το ψάξουμε, διαβάζοντας λίγη Ιστορία. Ποιος ήταν ο Έλγιν, πώς έφτασε να ξηλώνει γλυπτά από τον Παρθενώνα και γιατί δεν είναι αυτονόητο (τουλάχιστον όχι απ’ όλο τον πλανήτη) ότι τα γλυπτά αυτά πρέπει να επιστρέψουν στην Αθήνα;
Μια φορά κι έναν καιρό…
…Ήταν ένας Σκωτσέζος ευγενής, ο Τόμας Μπρους, 7ος Κόμης του Έλγιν, ο οποίος το 1799 σε ηλικία 33 ετών διορίστηκε πρέσβης της Βρετανίας στην οθωμανική αυτοκρατορία. Οι σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών τότε ήταν θερμές, κυρίως χάρη στην στρατιωτική βοήθεια που είχε προσφέρει η Βρετανία στους Οθωμανούς, όταν εκείνοι πολεμούσαν τον Ναπολέοντα και τους Γάλλους του στην Αίγυπτο.
Η Υψηλή Πύλη, λοιπόν, ένιωθε ότι «χρωστούσε», κι έτσι όταν ο Βρετανός Πρέσβης ζήτησε την άδειά της να πάρει μερικά «σουβενίρ» από τον Παρθενώνα (που υπενθυμίζουμε ότι τότε βρισκόταν σε οθωμανικό έδαφος) δεν της πήγε η καρδιά να αρνηθεί. Στις 6 Ιουλίου 1801, ο Έλγιν έφτασε στην Αθήνα με ένα σουλτανικό φιρμάνι ανά χείρας, το οποίο του έδινε την άδεια να αποσπάσει «θραύσματα πέτρας που φέρουν παλιές επιγραφές ή γλυπτά» από τον Παρθενώνα, χωρίς να τον ενοχλήσει κανείς.
Ή τουλάχιστον αυτή είναι μία εκδοχή της ιστορίας –εκείνη που στηρίζει το βρετανικό επιχείρημα ότι «τα γλυπτά του Παρθενώνα αποκτήθηκαν με νόμιμο τρόπο», με άδεια δηλαδή της κυβέρνησης στην επικράτεια της οποίας βρισκόταν τότε ο Παρθενώνας.
Υπάρχει και μια άλλη εκδοχή, της ίδιας ιστορίας: Εκείνη που λέει ότι το Σουλτανικό Φιρμάνι που επικαλείται η βρετανική κυβέρνηση μυστηριωδώς εξαφανίστηκε, και το μόνο που έχει στα χέρια της η ανθρωπότητα αυτή τη στιγμή είναι μια ιταλική μετάφραση του εφημέριου Philip Hunt, απεσταλμένου μαζί με τον Έλγιν στην Κωνσταντινούπολη.
Ακόμα, όμως, κι αυτή η μετάφραση, σύμφωνα με τους σημερινούς ιστορικούς και αναλυτές, χωλαίνει. Εκτός του ότι δεν διαθέτει ούτε την ιδιαίτερη γραφή και διατύπωση, ούτε την ειδική σήμανση που χαρακτηρίζουν τα φιρμάνια, δεν καταλήγει στην υπογραφή ή έστω το όνομα του Σουλτάνου (που εκείνη την εποχή ήταν ο Σελίμ Γ’) αλλά σε εκείνο του Καϊμακάμη, ήτοι αναπληρωτή του Μεγάλου Βεζίρη. Σύμφωνα με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης Βασίλη Δημητριάδη, το έγγραφο του Έλγιν είναι, με σημερινούς όρους, μια συστατική επιστολή ενός αντιπροέδρου κυβέρνησης προς ένα νομάρχη (τον βοεβόδα των Αθηνών, τότε) με την οποία ζητείται η εξυπηρέτηση ενός φίλου.
Εδώ έχουμε μια μικρή αλλά σημαντική παρένθεση: Η «εξυπηρέτηση» αυτή δεν ήταν κάτι πρωτάκουστο εκείνη την εποχή. Σχεδόν όλοι οι Ευρωπαίοι περιηγητές έπαιρναν «σουβενίρ» από τους αρχαιολογικούς χώρους που επισκέπτονταν, συχνά με τις ευλογίες των τοπικών αρχών που χαίρονταν να κάνουν δωράκια στους ξένους ευγενείς.
Τι έγινε τελικά;
Με φιρμάνι ή χωρίς, ο Λόρδος Έλγιν χρειάστηκε συνολικά 18 μήνες για να ξηλώσει 75 μέτρα από τα αρχικά 160 μέτρα της περιμετρικής διακόσμησης του Παρθενώνα, 15 από τις 92 μετόπες, 17 τμηματικές φιγούρες από τα αετώματα, και μερικά αγάλματα από το Ερέχθειο, τα Προπύλαια και τον Ναό της Αθηνάς Νίκης. Ο συνολικός απολογισμός ήταν 253 αγάλματα και ανάγλυφα. Τα περισσότερα από αυτά (όσα δεν φορτώθηκαν στο Mentor, ένα από τα πλοία που μετέφεραν το φορτίο του Έλγιν, και το οποίο ναυάγησε στα Κύθηρα) πουλήθηκαν στη βρετανική κυβέρνηση για 35.000 λίρες. Δυο αιώνες και δώδεκα χρόνια αργότερα, η συζήτηση για το αν πρέπει ή όχι να επιστρέψουν συνεχίζεται.