Inherent Vice: Νεο-νουάρ γρίφος

Ο Πολ Τόμας Άντερσον σκηνοθετεί αριστουργηματικά ένα φαινομενικά ασυνάρτητο νεο-νουάρ, με υπέροχες ερμηνείες.
Inherent Vice: Νεο-νουάρ γρίφος
του Λουκά Τσουκνίδα
 
Μετά το αμφιλεγόμενο “The Master”, ο Πολ Τόμας Άντερσον επιστρέφει στις κινηματογραφικές οθόνες μας με την κινηματογραφική μεταφορά ενός μυθιστορήματος του μεγάλου Τόμας Πίντσον. Το “Inherent Vice”, που ήδη διχάζει κοινό και οπαδούς, είναι ένα φαινομενικά ασυνάρτητο νεο-νουάρ, φτιαγμένο με μεράκι απ' τον δημιουργό του και παιγμένο στην εντέλεια απ' το υπέροχο καστ. Παρ' όλες τις ιδιορρυθμίες και το αμιγώς αμερικάνικο θέμα του, η κάτι-σαν-σάτιρα του Άντερσον διαθέτει την απαραίτητη συνοχή ώστε να απολαμβάνεται επαρκώς και να μη σε αφήνει τελείως σύξυλο με τους τίτλους τέλους της.

Η υπόθεση

Στο Λος Άντζελες των σέβεντιζ, ο ιδιωτικός ντετέκτιβ και χίπης Λάρι “Ντοκ” Σπορτέλο αναλαμβάνει να διερευνήσει μια υπόθεση για λογαριασμό της πρώην αγαπημένης του, Σάστα Φέι. Στην πορεία, πέφτει επάνω σ' έναν παλιό του γνώριμο, τον τραμπούκο υπαστυνόμο Κρίστιαν “Μπίγκφουτ” Μπγιόρνσεν, με τον οποίο θα πρέπει να συνεργαστεί για να λύσουν το μυστήριο. Εντωμεταξύ, η Σάστα Φέι εξαφανίζεται και τα πράγματα μπερδεύονται ακόμη περισσότερο...



Η κριτική

Βασισμένο πάνω στη δουλειά ενός μαέστρου της λογοτεχνικής αφήγησης, το κινηματογραφικό “Inherent Vice” δε θα μπορούσε παρά να αποτελεί ένα ιδιαιτέρως απαιτητικό εγχείρημα από κάθε άποψη. Μην έχοντας διαβάσει το πρωτότυπο, αυτό είναι κάτι που κανείς αντιλαμβάνεται σταδιακά, καθώς η πλοκή γίνεται όλο και πιο ασυνάρτητη και ο ήρωάς μας ενδιαφέρεται όλο και λιγότερο για την επίλυση της υπόθεσης που, αρχικά, ανέλαβε. Κατά τη γνώμη μου, ο Πολ Τόμας Άντερσον έχει κάνει εξαιρετική δουλειά στο να διατηρήσει μια διακριτή συνοχή μέσα στο επιφανειακό χάος και τη γενικότερη ατμόσφαιρα ομαδικής παραίσθησης που αποπνέει το σύμπαν το οποίο έχει επινοήσει ο Πίντσον. Είναι η μεταφορά πετυχημένη; Δεν ξέρω γι' αυτό, η ταινία πάντως μπορεί άνετα να κριθεί ως τέτοια.

Ο Ντοκ είναι ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ-χασικλής με σπίτι στην παραλία και γραφείο εντός κάποιου είδους κλινικής. Αν και γνήσιος χίπης, χαλαρός τύπος δηλαδή και γλεντζές, μέσα στο βουτηγμένο στα ναρκωτικά και την ασύδοτη χλιδή Λος Άντζελες μοιάζει ήδη παλιομοδίτης και συντηρητικός. Συν τοις άλλοις, δεν έχει ξεπεράσει ακόμη την πρώην του, η οποία πέταξε για πιο πλούσια και “μάτσο” αγκαλιά και τώρα εμφανίζεται απ' το πουθενά για να του ζητήσει να την ξελασπώσει. Ως μια εκδοχή του τυπικού νουάρ ήρωα, ο Ντοκ παρασύρεται απ' τη φευγαλέα ευτυχία που του προσφέρει η μοιραία Σάστα Φέι και ρίχνεται σε μια υπόθεση που μπορεί να είναι κι η τελευταία του. Ο Γιόακιν Φίνιξ είναι για ακόμη μια φορά τέλειος σ' έναν ρόλο που απαιτεί ισορροπημένες δόσεις δράματος και ελαφρότητας, αλλά και τη συνείδηση ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο που ανακαλύπτει ξανά τον κόσμο γύρω του, το πώς εξελίχθηκε δηλαδή σ' αυτήν την παρωδία του εαυτού του (ο κόσμος) χωρίς εκείνος να το πάρει χαμπάρι.

Στην εικόνα, μπαίνει και ο στρυφνός, τυπικός μπάτσος-με-πολιτικά της εποχής μετά το Βιετνάμ και πριν την αποκαθήλωση του Νίξον. Ο Μπίγκφουτ μοιάζει να έχει κάποιο βεβαρυμένο παρελθόν με τον Ντοκ ή τουλάχιστον με όσα ο αραχτός ντετέκτιβ αντιπροσωπεύει, είναι αμείλικτος με όσους είναι ύποπτοι (με όλους δηλαδή) και δε διστάζει να βιαιοπραγήσει για να πάρει αυτό που θέλει. Παρ' όλ' αυτά, κουβαλά κι αυτός το προσωπικό του δράμα, το οποίο καταπνίγει ανεπιτυχώς, κι έτσι βρίσκει το δικό του διακύβευμα μέσα στη δαιδαλώδη, ανεπίλυτη υπόθεση στην οποία συναντιέται με τον Ντοκ. Δυο χαρακτήρες που η εποχή τους (όταν αποτελούσαν διακριτούς πόλους μια κοινωνίας σε αναταραχή) φαίνεται να τελειώνει, ρίχνονται μέσα σ' ένα σκηνικό που μετά βίας βγάζει κάποιο νόημα, γεμάτο από ένα μίγμα διαφθοράς, τάξης, εγκλήματος, χλιδής, ψευδοφιλοσοφίας, ρουφιανιάς, διαπλοκής, ναρκωτικών, ενοχών, βίας και σεξ.

Εκεί μέσα, είναι που οι δυο τους, θα επαναπροσδιορίσουν τους στόχους τους και θα δώσουν νόημα στο ρόλο τους, σ' αυτό το χάος καταμεσής του οποίου έχουν βρεθεί. Εδώ είναι που κι ο Πολ Τόμας Άντερσον καταφέρνει, έστω και δύσκολα, να μας κρατήσει συντονισμένους μαζί τους, πολύ απλά, γιατί όλα τ' άλλα μοιάζουν με το κακό όνειρο κάποιου νεοφώτιστου χρήστη παραισθησιογόνων. Με μια απολαυστική εικονογράφηση, μια υπέροχη μουσική επένδυση, χιούμορ, ερωτισμό, ιδιόρρυθμες λεπτομέρειες και μια σειρά από γλαφυρούς συμπληρωματικούς χαρακτήρες ο Άντερσον κάνει το αποτέλεσμα διασκεδαστικό ακόμη κι όταν μοιάζει στιγμιαία ασυνάρτητο. Ο Τζος Μπρόλιν πάλι, στέκεται υπέροχα απέναντι στον Γιοακίν Φίνιξ, ισορροπώντας άψογα, με τη σειρά του, ανάμεσα στα αντιφατικά στοιχεία του χαρακτήρα του και την κωμικοτραγική του φύση.

Ίσως το θέμα της να είναι πολύ “αμερικάνικο” για να μας τραβήξει κάτω απ' την κρούστα, στα “Πιντσονικά” εσώψυχά της, το “Inherent Vice” όμως, παραμένει μια καλή, διασκεδαστική κι εξαιρετικά καλοπαιγμένη ταινία.

Βγαίνουν ακόμη:
Οι μέτριες ταινίες δράσης “Black Sea” και “John Wick”, το δράμα “Cake” και το ντοκιμαντέρ “Bears”.



Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v