Ένα μυθιστόρημα-μελλοντολογική αλληγορία με… χολιγουντιανούς ρυθμούς, για το σύστημα που προσπαθεί να υποτάξει τους διαφορετικούς ανθρώπους.
Παλαιότερο των 360 ημερών
Πριν το διαβάσω: Γιατί το διάλεξα; επειδή διάβασα στο αυτί ότι πρόκειται για “μια πολιτική αλληγορία που δανείζεται στοιχεία από το θρίλερ και την επιστημονική φαντασία για να μιλήσει για τη διαφορετικότητα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων” κι επειδή είναι εκδόσεων Πόλις, που είναι αξιόπιστη επιλογή.
Καθώς το διάβαζα: Για μεγάλο διάστημα ένιωθα ότι έβλεπα ένα βιβλίο που προορίζεται για ταινία δράσης, με τους καλούς και τους κακούς, με βία και σασπένς, με περιπέτεια μέσα από γρήγορες αφηγήσεις, εκρηκτικά σκηνικά, μικρές ή μεγάλες ανατροπές.
Ο Τιμ Κούπερ είναι ανώτερο στέλεχος μιας Υπηρεσίας που κυνηγάει Χαρισματικούς, όταν αυτοί παραβιάζουν τον νόμο με πρώτο και καλύτερο Στόχο τον Τζων Σμιθ, που υπονομεύει την ομαλότητα και βάζει βόμβες. Τι είναι οι Χαρισματικοί ή Αφύσικοι ή Φρικιά; Είναι άνθρωποι που γεννήθηκαν με ένα υψηλό επίπεδο ευφυΐας, το οποίο τους βοηθά να διαβάζουν μοτίβα, να προβλέπουν κινήσεις και άλλα πράγματα που φαίνονται απειλητικά για τους “Κανονικούς”. Οι τελευταίοι λοιπόν εισάγουν τα Χαρισματικά παιδιά σε ακαδημίες όπου προσπαθούν να ελέγξουν τη δύναμή τους και να τα κάνουν όργανα του συστήματος.
Ο Κούπερ είναι κι ο ίδιος Χαρισματικός αλλά δεν θέλει η κόρη του να εισαχθεί σε ακαδημία και γι’ αυτό, μετά από έκρηξη στο Χρηματιστήριο, αναλαμβάνει αυτός την ευθύνη, προσποιείται ότι είναι με το μέρος του Σμιθ, διώκεται από τους συναδέλφους του, ώστε να πείσει τον βασικό του αντίπαλο να τον δεχτεί στους κόλπους της οργάνωσής του κι έτσι ο Κούπερ να τον συλλάβει. Μ’ αυτή τη συμφωνία, η κόρη του Κούπερ δεν θα ενταχθεί στην απάνθρωπη ακαδημία.
Το πρώτο μέρος είναι αλήθεια ότι με έκανε να ψιλοβαρεθώ, καθώς ό,τι γινόταν ήταν αναμενόμενο και θύμιζε έντονα ταινία. Όταν από μυθιστόρημα περιπέτειας μετατράπηκε σε μια μελλοντολογική αλληγορία, με μια ολόκληρη πόλη και με τους Χαρισματικούς να προσπαθούν να διασωθούν, χωρίς όμως ασύλληπτες επινοήσεις και φουτουριστικές μηχανές, βρήκα περισσότερο ενδιαφέρον. Κι όταν ξαναγύρισε η δράση, αυτή αλατίστηκε από ένα –πάλι κινηματογραφικού τύπου, αλλά έξυπνο - ηθικό δίλημμα, ή μάλλον μια κρίση ταυτότητας. Ποιοι είναι τελικά οι κακοί; Το κράτος ή οι άλλοι; Εμείς ή εκείνοι; Και ποιος κάνει περισσότερο κακό, οι επίσημες αρχές ή οι ενεργητικοί ακτιβιστές; Όλοι έχουν αίμα στα χέρια τους, παραδέχονται οι ήρωες, αλλά το ζήτημα είναι ποιος έχει δόλο, ποιος θυσίασε κόσμο για να στήσει την έριδα, ποιος στηρίζει την καριέρα του στον θάνατο και στη βία, αλλά και στην πολιτική χειραγώγηση της κοινής γνώμης.
Αφού το διάβασα: Δυο μέρες μετά, μου μένει η αίσθηση ότι ήταν ένα καλοκαιρινό ανάγνωσμα, γρήγορο, ενδιαφέρον, δυναμικό, καλογραμμένο. Μα παράλληλα δεν παραγνωρίζω το πολιτικό πλαίσιο, που αν και δεν είναι πρωτότυπο και δεν ξεφεύγει από τα κινηματογραφικά, χολυγουντιανά του μονοπάτια, δεν παύει να καταγγέλλει την εξουσία και τις αήθεις πρακτικές της. Ο πιστός υπηρέτης του κράτους ανακαλύπτει ότι όλα ήταν μια απάτη. Κι έτσι το σύστημα προσπαθεί, με ακραίες θυσίες, να υποτάξει τους χαρισματικούς, επειδή δεν μπορεί να τους φτάσει, να περιορίσει όποιον ξεφεύγει από το μέτριο, να δαμάσει όσους μπορούν να λειτουργήσουν έξω από τα όρια.