Πρόκειται για ένα διήγημα σαράντα περίπου σελίδων, που αναφύεται από τον κόσμο της Κωνσταντινούπολης, όπως τον έζησε και τον μετέφερε στα διηγήματά του ο Γεώργιος Βιζυηνός. Αυτή είναι η διακειμενική βάση, αλλά η ουσία της λογοτεχνικής μαγείας έγκειται στην ηδυπάθεια της Ανατολής και στον λάγνο κόσμο του χαρεμιού.
Ο μικρός Γιωργής είναι δώδεκα χρονών, στα όρια παιδικότητας και εφηβείας. Είναι μαθητευόμενος ράφτης σε έναν τεχνίτη στην Κωνσταντινούπολη και έχει αναλάβει να πάει στο παλάτι, και μάλιστα στον γυναικωνίτη, για να προβάρει το πολυτελές ρούχο της Μπας Χανόυμ, της υποψήφιας σουλτάνας που θα πάρει τη συζυγική θέση δίπλα στον πολυχρονεμένο Σουλτάνο. Εκεί, στα όρια της αθώας παιδικής ηλικίας και της ιμερικής εφηβείας, στα όρια του θηλυκού με το αρσενικό (όρια που εκφράζονται εκτενώς με την περιγραφή των αρρενωπών αλλά ανίκανων ευνούχων), στα όρια του ελληνικού με το τουρκικό στοιχείο (όρια που εκφράζονται με την έντεχνη ανάμιξη ελληνικών με τούρκικες λέξεις) μεγαλώνει ο μικρός ραφτάκος και ανδρώνεται… με το πρώτο φιλί.
Νομίζω ότι ο συγγραφέας επεδίωξε δυο παράλληλους στόχους. Ο ένας έχει να κάνει με τη γλώσσα, η οποία είναι αρκούντως υβριδική, ώστε να ανακαλεί την ιδιόλεκτο του Βιζυηνού αλλά και να δηλώνει την ελληνοτουρκική πολιτισμική αλληλεπίδραση. Η βάση είναι η σύγχρονη δημοτική, με ιδιαίτερα στρώματα δημώδους, απλής, καθημερινής, λαϊκής γλώσσας, πάνω στην οποία εμφυτεύονται σαν κερασάκια στην τούρτα πολυάριθμες τούρκικες λέξεις. Αυτές βέβαια είναι αρκετές, φυτρώνουν παντού, είναι συνήθως όροι, ρούχα ή φαγητά, και αναδεικνύουν τομείς όπου η τουρκική γλώσσα είχε εμφιλοχωρήσει στην ελληνική, όπως λ.χ. η κουζίνα. Και πάνω απ’ όλα αυτά, λέξεις λόγιες, λίγο ύποπτες ως προς το γλωσσικό περιβάλλον ενός δωδεκαετούς, αλλά σύμφωνες με την ώριμη γραφή του συγγραφέα, όπως «τερψιλαρύγγιος» και «αλγολαγνεία».
Αυτή η υβριδική γλώσσα υπηρετεί το πέρασμα από την αθωότητα στον ερωτισμό, από την αγνότητα στην φιληδονία, από τη λογική στην παραφροσύνη. Το λάγνο κλίμα του χαρεμιού, οι θελκτικές μυρωδιές και τα εύγευστα φαγητά, το κάλλος των παλλακίδων, η ατμόσφαιρα στον γυναικωνίτη και φυσικά το πρώτο (μισό) φιλί που ξύπνησε τον άβγαλτο Γιωργή, βουτώντας τον απότομα μέσα στο βαθύ ρέμα ενός θυελλώδους συναισθήματος, το οποίο μπορεί στο μέλλον να μετατραπεί σε ψυχαναλυτικό τραύμα.
Ο Κοροβίνης, γνώστης του Βιζυηνού και της Πόλης, ακροβατεί λεκτικά πάνω σε ένα ηδυπαθές μίγμα γλωσσικών και πολιτισμικών αλλά και ερωτικών μαντζουνιών, που τραβούν τον αναγνώστη μέσα στο άρωμα μιας λαγγεμένης εποχής.
O blogger Πατριάρχης Φώτιος
“Το πρώτο φιλί”
εκδόσεις Άγρα και Ιστός
2015
Σελ. 64
Τιμή: 9 €