Μια ματιά στα δύο τελευταία μυθιστορήματα του Νίκου Μάντη, μιας ελπιδοφόρας πένας που γράφει εύστοχα και δεν αναλώνεται σε ευκολίες.
Παλαιότερο των 360 ημερών
Ο Νίκος Μάντης είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση νέου συγγραφέα με τέσσερα βιβλία στο ενεργητικό του, συγγραφέα που πέρασε σταδιακά από το διήγημα στο μυθιστόρημα, ενώ το τελευταίο του έργο είναι ένα υβρίδιο διηγήματος και μυθιστορήματος, ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα με ενεργές κινούμενες ψηφίδες.
Άγρια Ακρόπολη
Η “Άγρια Ακρόπολη” βραβεύτηκε από το περιοδικό www.oanagnostis.gr (κάτι σε «Διαβάζω» χωρίς «Διαβάζω») κι όντως είναι ένα αξιοπρόσεκτο βιβλίο επιστημονικής φαντασίας:
Έτος 2159 μ.Χ. Ο κόσμος πλέον διοικείται με βάση τη νοημοσύνη: χωρίζεται σε αναστημένους προ ανθρώπους, τους Νεάντερταλ, που απλώς επιβιώνουν ως μέλη της πιο εξαθλιωμένης κάστας της παγκόσμιας τάξης, και σε Χόμο Σάπιενς, που ζουν για να δίνουν τεστ με στόχο την άνοδό τους στην ιεραρχία. Όλα κινούνται γύρω από το περιβόητο "εμβόλιο της ευφυΐας". Μόνο όσοι εμβολιάζονται έχουν τη δυνατότητα να ζουν με αξιοπρέπεια. Οι υπόλοιποι πρέπει να υπηρετούν ισόβια τους άλλους.
Ο Μάνο είναι ένας νεαρός Νεάντερταλ, κάτοικος της Μητρόπολης Νέας Αθήνας. Κάποιο βράδυ έρχεται σε επαφή με έναν άγνωστο, τον Άξελ, που ανήκει σε οργάνωση για την ανατροπή του συστήματος. Τότε του παρουσιάζεται μία και μοναδική ευκαιρία να αλλάξει για πάντα τη ζωή του. Οι κίνδυνοι βέβαια είναι πολλοί και παραμονεύουν στους πάνω ορόφους της Μητρόπολης, στην Αλεξάνδρεια, κι ακόμα πιο ψηλά, στον Θόλο, όπου βρίσκονται οι Πιστοποιημένοι.
Μια ολόκληρη κοινωνία έχει μάθει να αντιμετωπίζει τους Νεάντερταλ σαν ζώα, αδυνατώντας να δει πέρα από τα πρωτόγονα χαρακτηριστικά τους. Θα καταφέρει ο Μάνο να αλλάξει τη μοίρα του; Και αν ναι, με ποιο τίμημα;
Η φουτουριστική του διάσταση φέρνει εύκολα τον αναγνώστη σε αναγνωστική έξαψη, καθώς μπροστά του βλέπει μια νέα κοινωνία, έναν μελλοντικό κόσμο, που αυτόνομος, πολύπλευρος, πειστικός ορθώνεται σαν βέβαιη πραγματικότητα. Η τεχνολογική πρόοδος, οι δυνατότητες της επιστήμης και της ιατρικής, η καταστροφή των υπαρχουσών τωρινών δομών, η ταξική διαστρωμάτωση, ο προστατευμένος και ελεγχόμενος χώρος της Νέας Αθήνας σε αντίθεση με τον άγριο, άγνωστο χώρο που εκτείνεται έξω απ’ αυτήν, η ανεξιχνίαστη και παντοδύναμη εξουσία αλλά και ο ανατρεπτικός ιστός που αναπτύσσεται δίνουν στο κείμενο διαστάσεις κινηματογραφικής ταινίας, χολυγουντιανής εικονοπλασίας και κινδυνολογικής σκηνοθεσίας.
Το μυθιστόρημα θέτει την έννοια της εξουσίας, όπως τη βιώνουν οι εξουσιαζόμενοι, και μάλιστα με έναν επιστημονικό τρόπο που δεν επιτρέπει στους κατώτερους να ανέβουν και γίνουν ανώτεροι. Έτσι, η συζήτηση για την εξουσία μετατρέπεται σε συζήτηση για την ελευθερία, αφού ο καθένας επιλέγει ή επιλέγεται σε ποια τάξη θα ανήκει. Η εξουσία ασκεί βία, όχι με όπλα (αν και η ύπαρξη ελεύθερης ζώνης αναδεικνύει και μια μη ελεγχόμενη περιοχή) αλλά με τη δύναμη της επιστήμης, και ειδικότερα με την επιβαλλόμενη βάσει στοιχείων και ερευνών ανωτερότητα των μεν και κατωτερότητα των δε.
Πέτρα Ψαλίδι Χαρτί
Το νέο του έργο δεν μοιάζει καθόλου με το προηγούμενο. Είναι ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα οκτώ πράξεων, οκτώ επεισοδίων, στα οποία πρωταγωνιστεί άλλος κάθε φορά ήρωας ή ηρωίδα. Από ένα καταδικασμένο κομματικό μεγαλοστέλεχος, που βρίσκεται στη φυλακή για μίζες, έως τη Δήμητρα που ψάχνει τον αδελφό της, ο οποίος εξαφανίστηκε, κι από τη γιαγιά που επισκέπτεται το δύσμορφο, θνησιγενές και δύσνου εγγονάκι της, το οποίο το άφησαν οι γονείς του σε ένα ίδρυμα, μέχρι τον Πακιστανό που εκμεταλλεύεται τους ομοεθνείς του, ώσπου πλαστογραφεί την ταυτότητά του και γίνεται πλούσιος Έλληνας. Η σπονδυλωτότητα του κειμένου έγκειται στο γεγονός ότι ο πρωταγωνιστής του ενός κεφαλαίου γίνεται δευτεραγωνιστής ή κομπάρσος σε ένα άλλο, κάνει δηλαδή μια σύντομη, στο προσκήνιο ή στο παρασκήνιο, εμφάνιση και έτσι ενώνει τις δύο ιστορίες, δένοντας τα νήματα που πριν ήταν ασύνδετα.
Το μυθιστόρημα ξεκινά και… τα σπάει. Η αφήγηση ενός χαρμάνη Αλβανού, που ψάχνει τον Ρουμάνο φίλο του και λεφτά για μια δόση, το παραλήρημα που είναι γραμμένο με μαεστρία, με τεχνικές εσωτερικού μονολόγου, με συνειρμούς αλλά και με σαφή στοχοθεσία, με μικρά βήματα, άλλα σημειωτόν κι άλλα καρκινικά, η ασθματική του φωνή, είναι δείγματα μιας εξαιρετικής γραφής. Ο Μάντης ξεκινά δυναμικά… κι ύστερα κάθεται. Όλα τα άλλα κεφάλαια είναι γραμμένα με έναν επίπεδο, μονοδιάστατο, ρηχό λόγο, χωρίς έντονες διαφοροποιήσεις, χωρίς ύφος που να κολλά στο σώμα του χαρακτήρα σαν τον μανδύα της Δηιάνειρας και να μην αφήνει ούτε στιγμή την ψυχοσύνθεσή του γυμνή.
Για να καταλάβει κανείς το νόημα του έργου, θα πρέπει να συνυπολογίσει δύο μεταβλητές: Αφενός, οι υποθέσεις όλων των επιμέρους ενοτήτων αφορούν στη σημερινή Ελλάδα, που έχει ουσιαστικά χρεοκοπήσει, οι ντόπιοι και οι μετανάστες ψάχνουν το νέο τους στίγμα, η παλιά ευδαίμων ζωή έχει παρέλθει με οικονομικά και ψυχικά συντρίμμια, οι μεγαλοκαρχαρίες του δημοσίου βρίσκονται ένας-ένας στη φυλακή, το περιθώριο μεγαλώνει, ναρκωτικά, σωματεμπορία, κομπίνες, η φυγή προς το εξωτερικό είναι μαζικότερη, η φτώχια, η μιζέρια, η εγκατάλειψη. Όλα αυτά φαίνονται ψηφίδες σε ένα ψηφιδωτό που δεν μπορεί να δέσει, παρά μόνο σαν φυγόκεντρες εικόνες ενός αμοντάριστου φιλμ.
Αν όμως κανείς αποκωδικοποιήσει τον τίτλο, αυτό το παιδικό παιχνίδι κυκλικών σκυταλοδρομιών, όπου το ψαλίδι νικάει το χαρτί, η πέτρα νικάει το ψαλίδι και το χαρτί νικάει την πέτρα, τότε θα καταλάβει ότι το νήμα που συνδέει όλα τα πρόσωπα και τα γεγονότα, στα οποία εμπλέκονται, είναι η εναλλάξ ιδιότητά τους - μια του θύματος και μια του θύτη. Ο Μάντης επιχειρεί να πει ότι σε μια χαοτική κοινωνία, τη μία κρατάς ψαλίδι και κόβεις τα χαρτιά των άλλων και μία έρχεται μια πέτρα και σου διαλύει το φονικό σου όπλο. Κανένας δεν είναι ανίκητος, κανένας δεν είναι μονίμως ευάλωτος, αλλά όλοι αλέθονται στις μυλόπετρες της ύφεσης και της παρακμής.
Ο Μάντης είναι ελπιδοφόρα πέννα. Με τέσσερα βιβλία ανεβοκατεβαίνει την κλίμακα, γράφει καλά και γράφει ποικίλα, χάνει ενίοτε τον ρυθμό του, αλλά πάντα κινείται χωρίς σταθερές μανιέρες και εύκολες λύσεις.