Ο Διονύσης Χαριτόπουλος επιχειρεί ένα ζουμερό, εν πολλοίς αυτοβιογραφικό λογοτεχνικό ταξίδι στην ουσία της πειραιώτικης μαγκιάς και παράδοσης.
Παλαιότερο των 360 ημερών
Μάγκας εκ Πειραιώς, κουτσαβάκι, βαρύς κι ασήκωτος, που δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του, φυσικά Ολυμπιακός, μέσα σ’ όλα και χωρίς καμιά υποχώρηση, εργάτης στο λιμάνι ή σε κάποιο εργοστάσιο της περιοχής: Κάπως έτσι θα μιλούσε κανείς για το στερεότυπο του ανθρώπου που μεγάλωσε στις φτωχογειτονιές του Πειραιά, με μια ανατροφή που δίνει μεγάλη σημασία στην τιμή, την μαγκιά, την ανδρεία όσων σέβονται τα παντελόνια τους και δεν αφήνουν κανέναν να σπιλώσει την υπόληψή τους.
Το στερεότυπο αυτό το έχουμε δει σε παλιές ελληνικές ταινίες και το έχουμε ακούσει σε άπειρα τραγούδια. Για τον Χαριτόπουλο δεν είναι στερεότυπο, επειδή το έχει ζήσει κι όχι επειδή το εξέλαβε έτοιμο, κι έτσι μπορεί και το κάνει λογοτεχνία.
Η διττή φύση του μυθιστορήματος
Το “Εκ Πειραιώς” είναι διπλό ειδολογικά κείμενο: Από τη μία είναι η αφήγηση μιας πόλης στο πρότυπο άλλων λογοτεχνών που έβαλαν στο κέντρο της γραφής τους τη γενέτειρά τους και της έδωσαν πρωταγωνιστικό ρόλο (Πρεβελάκης για το Ρέθυμνο, Κοσμάς Πολίτης για τη Σμύρνη κ.ο.κ.). Τα Μανιάτικα με τους λασπωμένους δρόμους, τα μικρά σπίτια, τις αυλές και τα κεραμίδια, τα αλητόπαιδα να παίζουν στον δρόμο, πιο ‘κει η μεγάλη αγκαλιά του λιμανιού με τους εργάτες, τους αχθοφόρους, τα βαπόρια, πιο πέρα τα κακόφημα σπίτια, οι λέσχες… Ο Πειραιάς των δεκαετιών του ’50 και του ’60, φτωχός αλλά με φυσιογνωμία, υπανάπτυκτος αλλά με ανθρώπους που μεγάλωσαν κυριολεκτικά στον δρόμο - μερικοί έγιναν του δρόμου, άλλοι είδαν τον δρόμο σαν σχολείο.
Από την άλλη, το κείμενο του Χαριτόπουλου είναι ένα μυθιστόρημα μαθητείας, με την αφήγηση για ένα «παιδί», ανώνυμο που ωστόσο κουβαλά την αυτοβιογραφική σκευή του ίδιου του συγγραφέα. Μεγαλώνει στον Πειραιά, ανέκφραστο και αμίλητο, σιγά-σιγά καταφέρνει και σπουδάζει, αλλά στην ψυχή έχει όλα τα καρφιά και τα μαθήματα των γειτονιών και του λιμανιού. Από το πρώτο φίλημα ως τις δουλειές που έκανε για να ζήσει, από τον τζόγο και τις παρέες του υποκόσμου μέχρι τη γεωγραφία που χαράχτηκε ανεξίτηλα στο ύφος του ως ανθρώπου και ως συγγραφέα.
Ο πειραιώτικος μύθος
Ο Χαριτόπουλος γράφει τη μυθολογία του Πειραιά, από την ακτή Τσελέπη έως τη Νίκαια, και την αγιογραφία των ανθρώπων του. Η κουλτούρα αυτών των περιοχών δεν έχει τίποτα στημένο, τίποτα μπαγιάτικο, τίποτα εξεζητημένο, και γι’ αυτό όλα καθαγιάζονται στον βωμό του λαού και της καθημερινότητάς του.
Τα χαρτοπαίγνια και το μεροκάματο, τα μπουζούκια των προσφύγων της Νίκαιας, η πολύβουη κίνηση των καραβιών, ο ηλεκτρικός που εκβάλλει τους επιβάτες του σαν ποτάμι στη θάλασσα, η μέρα με τη βιοπάλη και η νύχτα με την κραιπάλη, τα ρεμπετάδικα της Δραπετσώνας… Ο Πειραιάς μπορεί να μοιάζει με άλλα λιμάνια όπου συνδυάζεται η στεριά με τη θάλασσα, η εργασία με την παρανομία, όπως η Μασσαλία, η Νάπολη, το Χονγκ Κονγκ κ.ο.κ., αλλά έχει μια ντόπια λεβεντιά, που ίσως δεν την καταλαβαίνουν όσοι τον βλέπουν απ’ έξω.
Το βιβλίο τελικά είναι πολύ ζουμερό, πολύ περιγραφικό, πολύ καταιγιστικό. Με συσσωρεύσεις ονομάτων, δρόμων και πλοίων, με εικόνες που αναπαριστούν μια εποχή και μια πόλη, με την πορεία του παιδιού που ζυμώθηκε με τα σουσούμια του Πειραιά, ο συγγραφέας αφήνει ακόμα και στον ανίδεο γύρω από την περιοχή έντονα τα ίχνη της προσωπικής και της πειραιώτικης σφραγίδας.